Ο Άγιος Αχμέτ ο Νεομάρτυρας γεννήθηκε στα μέσα του 17ου αιώνα στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γραφέας αρχιλογιστή και μουσουλμάνος μεγιστάνας από τους εξέχοντες της τοπικής κοινωνίας.
Συζούσε με μια νεαρή Ρωσίδα παλλακίδα («σύζυγος» εκτός γάμου) και είχε στην υπηρεσία του και μια ηλικιωμένη Ρωσίδα, Ορθόδοξες Χριστιανές και οι δυο.
Ο Αχμέτ επέτρεπε στην ηλικιωμένη υπηρέτρια να πηγαίνει στην εκκλησία κάθε Κυριακή καθώς επίσης και σε γιορτές.
Αυτή γυρνώντας έφερε πάντοτε αντίδωρο και αγιασμό και για την νεότερη, η οποία χωρίς ενδοιασμό τα έτρωγε κάθε φορά.
Ο Αχμέτ παρατηρούσε ότι κάποιες φορές όταν μιλούσε με την νεαρή παλλακίδα και ήταν αρκετά κοντά της ανάβλυζε μια απίστευτα όμορφη ευωδία από το στόμα της.
Αν και τη ρωτούσε επίμονα απάντηση δεν έπαιρνε γιατί δεν πήγαινε και το μυαλό της κοπέλας από τι μπορεί να προερχόταν αυτή η ευωδία.
Ο Αχμέτ μια μέρα όμως όταν κάθισε και σκέφτηκε ότι το μόνο πράγμα που κατανάλωνε μόνο αυτή αλλά όχι κι αυτός ήταν το αντίδωρο από την εκκλησία.
Κι όταν την ρώτησε τι είναι το αντίδωρο, εκείνη του εξήγησε πως είναι αγιασμένο ψωμί από το Χριστό που το μοιράζει ο παπάς όταν τελειώνει η Θεία Λειτουργία κι ότι ακόμα πίνει και αγιασμό τις περισσότερες φορές.
Του εξήγησε πως και ο αγιασμός είναι ένα ευλογημένο νερό που δεν αλλοιώνεται όσα χρόνια κι αν περάσουν.
Του περιέγραψε το μαρτύριο, την σταύρωση αλλά και την ανάσταση του Χριστού κι ότι με την δύναμη του Θεανθρώπου συμβαίνουν ακόμα θαύματα.
Ο Αχμέτ τα άκουσε όλα αυτά με προβληματισμό αλλά και με μεγάλη δυσπιστία.
Πέρασε αρκετός καιρός που συνέχιζε να τον προβληματίζει όλο αυτό το ζήτημα κι αποφάσισε να το ερευνήσει μόνος του για να μάθει την αλήθεια.
Έτσι μια μέρα ντύθηκε με χριστιανικά ρούχα και πήγε στην εκκλησία του Πατριαρχείου για να παρακολουθήσει τη Θεία Λειτουργία.
Συγκλονίστηκε ιδιαίτερα όταν είδε τον Πατριάρχη να ευλογεί τα κεφάλια των πιστών ενώ τα δάχτυλα του εξέπεμπαν φωτεινές ακτίνες.
Όσες φορές κι αν παρακολούθησε την Θεία Λειτουργία έβλεπε ότι αυτές οι ακτίνες φώτιζαν μόνο τα κεφάλια των Χριστιανών και ποτέ το δικό του.
Τότε θυμήθηκε τα λόγια της νεαρής παλλακίδας για το θαύμα της πίστεως κι άρχισε να νοιώθει πολύ διαφορετικός.
Έτσι αποφάσισε να γίνει Χριστιανός και πήγε κρυφά στον ιερέα της περιοχής και του ζήτησε να τον βαφτίσει.
Ο ιερέας αφού τον κατήχησε κι είδε την ακλόνητη πίστη του στον Χριστιανισμό τον βάφτισε.
Για καιρό ζούσε μια ενάρετη ζωή σύμφωνη με τις Χριστιανικές αρχές αλλά δεν είναι γνωστό το Χριστιανικό του όνομα καθώς αναγκάστηκε να ζει ως κρυπτοχριστιανός.
Μια μέρα σε μια συνάθροιση μουσουλμάνων ευπόρων αντρών που ανάμεσά τους ήταν κι ο Αχμέτ ρωτήθηκε «τι ήταν το πιο σπουδαίο πράγμα στον κόσμο» . Εκείνος μετά από δισταγμό, καθώς κανείς τους δεν γνώριζε ότι είχε βαπτιστεί Χριστιανός, είπε μεγαλόφωνα : «Το πιο σπουδαίο πράγμα στη γη είναι η Χριστιανική πίστη.»
Η ομολογία πίστεως αυτή συγκλόνισε τους συνομιλητές του και αφού ειδοποίησαν τον τοπικό άρχοντα, ο Αχμέτ βασανίστηκε και αποκεφαλίστηκε το έτος 1682.
Η μνήμη του εορτάζεται σταθερά στις 24 Δεκεμβρίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου