ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 4 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2016
ΙΑ΄ Ματθαίου: Α΄ Κορ. θ΄ 2-12
Ἀδελφοί,
ἡ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ. ἡ ἐμὴ ἀπολογία τοῖς
ἐμὲ ἀνακρίνουσιν αὕτη ἐστί. Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν καὶ πιεῖν; μὴ
οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν ἀδελφὴν γυναῖκα περιάγειν, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ
ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου καὶ Κηφᾶς; ἢ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας
οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν τοῦ μὴ ἐργάζεσθαι; τίς στρατεύεται ἰδίοις ὀψωνίοις
ποτέ; τὶς φυτεύει ἀμπελῶνα καὶ ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ οὐκ ἐσθίει; ἢ τίς
ποιμαίνει ποίμνην καὶ ἐκ τοῦ γάλακτος τῆς ποίμνης οὐκ ἐσθίει; Μὴ κατὰ
ἄνθρωπον ταῦτα λαλῶ; ἢ οὐχὶ καὶ ὁ νόμος ταῦτα λέγει; ἐν γὰρ τῷ Μωσέως
νόμῳ γέγραπται· οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα. μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; ἢ
δι’ ἡμᾶς πάντως λέγει; δι’ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ’ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ
ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ’ ἐλπίδι. Εἰ
ἡμεῖς ὑμῖν τὰ πνευματικὰ ἐσπείραμεν, μέγα εἰ ἡμεῖς ὑμῶν τὰ σαρκικὰ
θερίσομεν; εἰ ἄλλοι τῆς ἐξουσίας
ὑμῶν μετέχουσιν, οὐ μᾶλλον ἡμεῖς; ἀλλ’ οὐκ ἐχρησάμεθα τῇ ἐξουσίᾳ ταύτῃ,
ἀλλὰ πάντα στέγομεν, ἵνα μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ
Χριστοῦ.
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ
1. ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΡΡΙΨΗ
Στὸ ἀποστολικὸ αὐτὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπολογεῖται σὲ
κάποιους Κορινθίους ποὺ ἀμφισβητοῦσαν τὸ ἀποστολικό του ἀξίωμα. Λέει
λοιπόν: Ἡ σφραγίδα μὲ τὴν ὁποία πιστοποιεῖται τὸ ἀποστολικό μου
ἀξίωμα, μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου εἶστε ἐσεῖς τοὺς ὁποίους ὁδήγησα στὸν
Χριστό. Ἀφοῦ λοιπὸν εἶμαι κι ἐγὼ Ἀπόστολος σὰν τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους,
ρωτῶ: Δὲν ἔχω κι ἐγὼ καὶ οἱ συνεργάτες μου τὸ δικαίωμα νὰ τρεφόμαστε
ἀπ’ αὐτὰ ποὺ μᾶς προσφέρουν οἱ μαθητές μας; Δὲν ἔχουμε κι ἐμεῖς τὸ
δικαίωμα νὰ ἔχουμε μαζί μας στὶς περιοδεῖες μας κάποια ἀδελφὴ γιὰ
νὰ μᾶς διακονεῖ, ὅπως κάνουν καὶ οἱ ὑπόλοιποι Ἀπόστολοι; Ἢ μήπως μόνο
ἐγὼ κι ὁ Βαρνάβας πρέπει νὰ ἐργαζόμαστε βιοποριστικά, γιὰ νὰ
καλύπτουμε τὰ ἔξοδά μας; Εἴμαστε στρατιῶτες
τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς Βασιλείας
του. Ποιὸς παίρνει μέρος σὲ ἐκστρατεῖες μὲ δικά του ἔξοδα; Εἴμαστε
ἀμπελουργοὶ ποὺ καλλιεργοῦμε τὸ πνευματικὸ ἀμπέλι τοῦ Χριστοῦ. Ποιὸς
φυτεύει ἀμπέλι καὶ δὲν τρώει ἀπὸ τὸν καρπό του; Εἴμαστε οἱ ποιμένες
σας, κι ἐσεῖς εἶστε τὰ λογικὰ πρόβατά μας. Ποιὸς φροντίζει ἕνα κοπάδι,
καὶ δὲν πίνει ἀπὸ τὸ γάλα τοῦ ποιμνίου αὐτοῦ;
Γιατί ὅμως τὰ γράφει ὅλα αὐτὰ ὁ ἀπόστολος Παῦλος; Διότι κάποιοι Κορίνθιοι ἀντὶ νὰ ἐκτιμοῦν τὴν αὐταπάρνηση καὶ τὴν ἀνιδιοτέλειά του, ἔψαχναν ἀφορμὴ νὰ τὸν κατηγορήσουν. Κι ἰσχυρίζονταν ὅτι αὐτὸς δὲν δεχόταν χρήματα καὶ ἄλλα ἀγαθὰ ἀπὸ τοὺς πιστούς, ὅπως ἔκαναν οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, διότι δὲν αἰσθανόταν ὁ ἴδιος ἴσος μὲ τοὺς Ἀποστόλους. Γι’ αὐτὸ ὁ Παῦλος ἀναγκάζεται νὰ διακηρύξει τὴ γνησιότητα τοῦ ἀποστολικοῦ του ἀξιώματος. Ταυτόχρονα ὅμως μέσα ἀπὸ τὴν ἀπολογία του αὐτὴ φανερώνει ἐμμέσως τὴν ἀχαριστία καὶ τὴν περιφρόνηση ποὺ ἀντιμετώπιζε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ μὲ τόση αὐταπάρνηση ὑπηρέτησε. Αὐτὸς τοὺς ἔδωσε τὰ πάντα, κι αὐτοὶ τὸν ἀμφισβητοῦσαν. Αὐτὸς ἐργάστηκε ἀνάμεσά τους τόσα χρόνια, χωρὶς νὰ τοὺς ζητήσει οὔτε ἕνα κομμάτι ψωμί· κι ὅμως αὐτοὶ ἐκμεταλλεύτηκαν κι αὐτὸ ἀκόμη τὸ γεγονὸς γιὰ νὰ τὸν συκοφαντήσουν.
Ἂς διδαχθοῦμε λοιπὸν ὅλοι μας ἀπὸ ὅλα αὐτά. Διότι ἐὰν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀντιμετώπισε τόση ἀχαριστία καὶ περιφρόνηση, πόσο μᾶλλον ἐμεῖς εἶναι πιθανὸν νὰ ἀντιμετωπίσουμε τέτοιου εἴδους πειρασμούς; Νὰ μᾶς δείξουν δηλαδὴ ἀχαριστία, νὰ μᾶς ἀδικήσουν καὶ νὰ μᾶς ἀπορρίψουν ἀκόμη καὶ ἄνθρωποι ποὺ τοὺς εὐεργετήσαμε· κάποτε καὶ συγγενικά μας πρόσωπα καὶ πολὺ ἀγαπητά. Εἶναι βέβαια πολὺ μεγάλος τέτοιος πειρασμὸς καὶ δύσκολος ὁ ἀγώνας. Πρέπει ὅμως κι ἐμεῖς, ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος, νὰ μάθουμε νὰ σηκώνουμε τέτοιους μεγάλους σταυρούς, ὅταν τοὺς ἐπιτρέψει ὁ Θεός, χωρὶς γογγυσμοὺς καὶ πικρίες ἀλλὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ταπείνωση.
Γιατί ὅμως τὰ γράφει ὅλα αὐτὰ ὁ ἀπόστολος Παῦλος; Διότι κάποιοι Κορίνθιοι ἀντὶ νὰ ἐκτιμοῦν τὴν αὐταπάρνηση καὶ τὴν ἀνιδιοτέλειά του, ἔψαχναν ἀφορμὴ νὰ τὸν κατηγορήσουν. Κι ἰσχυρίζονταν ὅτι αὐτὸς δὲν δεχόταν χρήματα καὶ ἄλλα ἀγαθὰ ἀπὸ τοὺς πιστούς, ὅπως ἔκαναν οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, διότι δὲν αἰσθανόταν ὁ ἴδιος ἴσος μὲ τοὺς Ἀποστόλους. Γι’ αὐτὸ ὁ Παῦλος ἀναγκάζεται νὰ διακηρύξει τὴ γνησιότητα τοῦ ἀποστολικοῦ του ἀξιώματος. Ταυτόχρονα ὅμως μέσα ἀπὸ τὴν ἀπολογία του αὐτὴ φανερώνει ἐμμέσως τὴν ἀχαριστία καὶ τὴν περιφρόνηση ποὺ ἀντιμετώπιζε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ μὲ τόση αὐταπάρνηση ὑπηρέτησε. Αὐτὸς τοὺς ἔδωσε τὰ πάντα, κι αὐτοὶ τὸν ἀμφισβητοῦσαν. Αὐτὸς ἐργάστηκε ἀνάμεσά τους τόσα χρόνια, χωρὶς νὰ τοὺς ζητήσει οὔτε ἕνα κομμάτι ψωμί· κι ὅμως αὐτοὶ ἐκμεταλλεύτηκαν κι αὐτὸ ἀκόμη τὸ γεγονὸς γιὰ νὰ τὸν συκοφαντήσουν.
Ἂς διδαχθοῦμε λοιπὸν ὅλοι μας ἀπὸ ὅλα αὐτά. Διότι ἐὰν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀντιμετώπισε τόση ἀχαριστία καὶ περιφρόνηση, πόσο μᾶλλον ἐμεῖς εἶναι πιθανὸν νὰ ἀντιμετωπίσουμε τέτοιου εἴδους πειρασμούς; Νὰ μᾶς δείξουν δηλαδὴ ἀχαριστία, νὰ μᾶς ἀδικήσουν καὶ νὰ μᾶς ἀπορρίψουν ἀκόμη καὶ ἄνθρωποι ποὺ τοὺς εὐεργετήσαμε· κάποτε καὶ συγγενικά μας πρόσωπα καὶ πολὺ ἀγαπητά. Εἶναι βέβαια πολὺ μεγάλος τέτοιος πειρασμὸς καὶ δύσκολος ὁ ἀγώνας. Πρέπει ὅμως κι ἐμεῖς, ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος, νὰ μάθουμε νὰ σηκώνουμε τέτοιους μεγάλους σταυρούς, ὅταν τοὺς ἐπιτρέψει ὁ Θεός, χωρὶς γογγυσμοὺς καὶ πικρίες ἀλλὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ταπείνωση.
2. ΕΚΟΥΣΙΑ ΠΤΩΧΕΙΑ
Στὴ συνέχεια ὁ ἀπόστολος Παῦλος τεκμηριώνει τὸ δικαίωμα τῶν ἐργατῶν
τοῦ Εὐαγγελίου νὰ τρέφονται ἀπὸ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν, μὲ χωρία τῆς
Ἁγίας Γραφῆς. Λέει λοιπόν: Αὐτὰ ποὺ σᾶς λέω μήπως δὲν τὰ γράφει καὶ ὁ
Νόμος; Εἶναι γραμμένο στὸ Μωσαϊκὸ Νόμο τὸ ἑξῆς: Δὲν θὰ κλείσεις μὲ
φίμωτρο τὸ στόμα τοῦ βοδιοῦ ποὺ ἁλωνίζει. Καὶ ρωτᾶ: Μήπως γιὰ τὰ βόδια
νοιάζεται ὁ Θεός; Γιὰ μᾶς τὰ λέει!
Διότι γιὰ μᾶς τοὺς πνευματικοὺς ἐργάτες ἔχει γραφεῖ ὅτι ὁ γεωργὸς ὀφείλει νὰ καλλιεργεῖ τὴ γῆ μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ ἀπολαύσει καὶ τὴ σοδειά. Κι ἐκεῖνος ποὺ ἁλωνίζει, πρέπει νὰ ἀπολαύσει καὶ τὸν καρπὸ ποὺ μὲ ἐλπίδα περιμένει νὰ ἀποκτήσει.
Ἔτσι κι ἐμεῖς, συνεχίζει ὁ θεῖος Παῦλος, ὑπήρξαμε ἀνάμεσά σας πνευματικοὶ καλλιεργητές. Ἐὰν λοιπὸν ἐμεῖς σπείραμε στὶς καρδιές σας τὸν πνευματικὸ σπόρο τῆς ἀλήθειας καὶ σᾶς μεταδώσαμε πνευματικὰ χαρίσματα, σᾶς φαίνεται πολύ, ἂν θερίσουμε κάποια ὑλικὰ ἀγαθά σας; Κι ἂν ἄλλοι χρησιμοποιοῦν τὰ δικαιώματα ποὺ τοὺς δίνει ὁ Nόμος, δὲν δικαιούμαστε νὰ τὸ κάνουμε αὐτὸ πολὺ περισσότερο καὶ ἐμεῖς; Ἐμεῖς ὅμως δὲν κάναμε χρήση τῶν δικαιωμάτων μας αὐτῶν. Ἀλλὰ ὑποφέρουμε κάθε εἴδους στερήσεις, γιὰ νὰ μὴ βάλουμε τὸ παραμικρὸ ἐμπόδιο στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Μᾶς προκαλεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐνῶ τεκμηριώνει τὸ δικαίωμα τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου νὰ ζοῦν ἀπὸ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν, στὴ συνέχεια τονίζει ὅτι ὁ ἴδιος δὲν ἔκανε ποτὲ χρήση τοῦ δικαιώματός του. Ἐνῶ εἶχε κάθε δικαίωμα νὰ δέχεται τὴν τροφή του ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ποὺ θὰ τὸν φιλοξενοῦσαν, σύμφωνα μὲ τὴν ὁδηγία τοῦ Κυρίου, αὐτὸς γιὰ νὰ ὠφελήσει περισσότερο τοὺς πιστοὺς δὲν ἐπιβάρυνε κανένα, ἀλλὰ ἐργαζόταν μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια. Προτίμησε νὰ ζεῖ μέσα σὲ στερήσεις καὶ ἀνέχεια, καὶ ὑπέφερε συχνὰ ἀπὸ πείνα καὶ δίψα καὶ γυμνότητα, προκειμένου νὰ μὴν ἐπιβαρύνει κανένα.
Μὲ τὴ στάση του αὐτὴ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος μᾶς ἔδωσε ἕνα πολὺ μεγάλο μάθημα: ὅτι οἱ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου ἀλλὰ καὶ γενικότερα ὅλοι οἱ πιστοὶ θὰ πρέπει νὰ ζοῦμε μιὰ ζωὴ μετρημένη καὶ φτωχική, συνετὴ καὶ ἁπλή. Νὰ μὴν ἐπιδιώκουμε μὲ πλεονεξία τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ νὰ ζοῦμε μὲ λιτότητα, ἀκόμη κι ὅταν μποροῦμε νὰ ζήσουμε μὲ ἀνέσεις καὶ πλούτη. Αὐτὸ εἶναι τὸ φρόνημα καὶ τὸ βίωμα ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Βίωμα ἀσκήσεως καὶ μετρημένης ζωῆς. Ἂς τοὺς μιμηθοῦμε λοιπὸν κι ἐμεῖς. Μιὰ ἁπλὴ καὶ μετρημένη ζωὴ ἔχει νὰ προσφέρει μεγάλη πνευματικὴ οἰκοδομὴ καὶ ἀνυπολόγιστα πνευματικὰ ἀγαθὰ καὶ σὲ μᾶς καὶ στοὺς γύρω μας.
Διότι γιὰ μᾶς τοὺς πνευματικοὺς ἐργάτες ἔχει γραφεῖ ὅτι ὁ γεωργὸς ὀφείλει νὰ καλλιεργεῖ τὴ γῆ μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ ἀπολαύσει καὶ τὴ σοδειά. Κι ἐκεῖνος ποὺ ἁλωνίζει, πρέπει νὰ ἀπολαύσει καὶ τὸν καρπὸ ποὺ μὲ ἐλπίδα περιμένει νὰ ἀποκτήσει.
Ἔτσι κι ἐμεῖς, συνεχίζει ὁ θεῖος Παῦλος, ὑπήρξαμε ἀνάμεσά σας πνευματικοὶ καλλιεργητές. Ἐὰν λοιπὸν ἐμεῖς σπείραμε στὶς καρδιές σας τὸν πνευματικὸ σπόρο τῆς ἀλήθειας καὶ σᾶς μεταδώσαμε πνευματικὰ χαρίσματα, σᾶς φαίνεται πολύ, ἂν θερίσουμε κάποια ὑλικὰ ἀγαθά σας; Κι ἂν ἄλλοι χρησιμοποιοῦν τὰ δικαιώματα ποὺ τοὺς δίνει ὁ Nόμος, δὲν δικαιούμαστε νὰ τὸ κάνουμε αὐτὸ πολὺ περισσότερο καὶ ἐμεῖς; Ἐμεῖς ὅμως δὲν κάναμε χρήση τῶν δικαιωμάτων μας αὐτῶν. Ἀλλὰ ὑποφέρουμε κάθε εἴδους στερήσεις, γιὰ νὰ μὴ βάλουμε τὸ παραμικρὸ ἐμπόδιο στὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Μᾶς προκαλεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐνῶ τεκμηριώνει τὸ δικαίωμα τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου νὰ ζοῦν ἀπὸ τὶς προσφορὲς τῶν πιστῶν, στὴ συνέχεια τονίζει ὅτι ὁ ἴδιος δὲν ἔκανε ποτὲ χρήση τοῦ δικαιώματός του. Ἐνῶ εἶχε κάθε δικαίωμα νὰ δέχεται τὴν τροφή του ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ποὺ θὰ τὸν φιλοξενοῦσαν, σύμφωνα μὲ τὴν ὁδηγία τοῦ Κυρίου, αὐτὸς γιὰ νὰ ὠφελήσει περισσότερο τοὺς πιστοὺς δὲν ἐπιβάρυνε κανένα, ἀλλὰ ἐργαζόταν μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια. Προτίμησε νὰ ζεῖ μέσα σὲ στερήσεις καὶ ἀνέχεια, καὶ ὑπέφερε συχνὰ ἀπὸ πείνα καὶ δίψα καὶ γυμνότητα, προκειμένου νὰ μὴν ἐπιβαρύνει κανένα.
Μὲ τὴ στάση του αὐτὴ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος μᾶς ἔδωσε ἕνα πολὺ μεγάλο μάθημα: ὅτι οἱ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου ἀλλὰ καὶ γενικότερα ὅλοι οἱ πιστοὶ θὰ πρέπει νὰ ζοῦμε μιὰ ζωὴ μετρημένη καὶ φτωχική, συνετὴ καὶ ἁπλή. Νὰ μὴν ἐπιδιώκουμε μὲ πλεονεξία τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ νὰ ζοῦμε μὲ λιτότητα, ἀκόμη κι ὅταν μποροῦμε νὰ ζήσουμε μὲ ἀνέσεις καὶ πλούτη. Αὐτὸ εἶναι τὸ φρόνημα καὶ τὸ βίωμα ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Βίωμα ἀσκήσεως καὶ μετρημένης ζωῆς. Ἂς τοὺς μιμηθοῦμε λοιπὸν κι ἐμεῖς. Μιὰ ἁπλὴ καὶ μετρημένη ζωὴ ἔχει νὰ προσφέρει μεγάλη πνευματικὴ οἰκοδομὴ καὶ ἀνυπολόγιστα πνευματικὰ ἀγαθὰ καὶ σὲ μᾶς καὶ στοὺς γύρω μας.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 4 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2016
ΙΑ΄ Ματθαίου: Ματθ. ιη΄ 23-35
Εἶπεν
ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ
βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. ἀρξαμένου δὲ
αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. μὴ
ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καὶ
τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι. πεσὼν
οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ λέγων· κύριε, μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ
πάντα σοι ἀποδώσω. σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν
αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα
τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν
ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις. πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ
εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων· μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοὶ καὶ
ἀποδώσω σοι. ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως
οὗ ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον. ἰδόντες δὲ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα
ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τὰ
γενόμενα. τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· δοῦλε
πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· οὐκ
ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα; καὶ
ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ
πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ. Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν,
ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ
παραπτώματα αὐτῶν.
ΑΣΠΛΑΓΧΝΟΙ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ
1. ΧΡΕΟΣ ΥΠΕΡΟΓΚΟ
Στὴν παραβολὴ τοῦ ἀσπλάγχνου ὀ-φειλέτου ὁ βασιλεὺς μιᾶς χώρας ἐζήτησε ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτες του φοροεισπράκτορες νὰ τοῦ ἀποδώσουν τοὺς φόρους
τῶν ὑπηκόων του. Κάποιος ὅμως ἀπὸ αὐτοὺς ὤφειλε ἕνα ἀμύθητο ποσό, δέκα
χιλιάδων ταλάντων, τὸ ὁποῖο ὅμως εἶχε ξοδέψει καὶ ἀδυνατοῦσε νὰ τὸ
πληρώσῃ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ βασιλεὺς διέταξε νὰ πουληθῇ αὐτός, ἡ γυναίκα του
καὶ τὰ παιδιά του καὶ ὅλη ἡ περιουσία του, γιὰ νὰ πληρωθῇ ἕνα μικρὸ
μέρος τοῦ χρέους του. Ὁ ὀφειλέτης συντετριμμένος ἔ-πεσε στὰ πόδια του καὶ τὸν παρακάλεσε: Κύριε, δεῖξε λίγη μακροθυμία, δῶσ’ μου
λίγο χρόνο, καὶ ὅλα ὅσα σοῦ χρεωστῶ θὰ σοῦ τὰ δώσω. Ὁ βασιλεὺς τότε τὸν
λυπήθηκε, τοῦ ἐχάρισε τὸ χρέος καὶ τὸν ἄφησε ἐλεύθερο.
Ἐδῶ ὅμως προκύπτει εὔλογα ἕνα ἐρώτημα: Ἀφοῦ τελικῶς ὁ βασιλεὺς σπλαγχνίσθηκε τὸν αὐλικό του καὶ τὸν ἄφησε ἐλεύθερο, γιὰ ποιὸ λόγο δὲν τὸν συγχώρησε ἀμέσως, ἀλλὰ τοῦ ἔκαμε ὅλη αὐτὴ τὴν παιδαγωγία;
Διότι, ἐὰν τὸν συγχωροῦσε ἀμέσως, δὲν θὰ καταλάβαινε ὁ ὀφειλέτης τὸ μέγεθος τῆς τεράστιας ὀφειλῆς του καὶ τῆς βαρύτητος τῆς ἄνομης καταχρήσεώς του. Τὸ χρέος του ἦταν τόσο μεγάλο, ὥστε φανέρωνε ἕναν ὀφειλέτη ὄχι μόνον ἀσυνεπῆ, ἀλλὰ καὶ καταχραστὴ καὶ σπάταλο. Ἦταν τόσο μεγάλο τὸ χρέος ὥστε, ἀκόμη κι ἂν ὁ ὀφειλέτης ἐργαζόταν ἐντατικὰ σ’ ὅλη του τὴν ζωή, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τὸ ἐξοφλήσῃ. Ἄρα λοιπὸν ὁ βασιλεὺς δὲν εἶχε νὰ κερδίσῃ τίποτε ἀπ’ αὐτόν. Τὸν ἐκάλεσε λοιπὸν ὄχι γιὰ νὰ κερδίσῃ κάτι, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσῃ σὲ συναίσθησι καὶ μετάνοια. Γι’ αὐτὸ κι ἀμέσως μετὰ ὁ βασιλεὺς τὰ διαγράφει ὅλα. Ὁ αὐλικὸς ζήτησε προθεσμία, κι ὁ βασιλεὺς τοῦ χάρισε τὴν ἐλευθερία. Ζήτησε μία χάρι, κέρδισε δύο.
Ἔτσι ὅμως κατάλαβε ὁ ὀφειλέτης ὅτι ὁ βασιλεύς του δὲν εἶναι σκληρὸς καὶ ἀπάνθρωπος ἀλλὰ χορηγὸς ἀνεξάντλητης εὐσπλαγχνίας καὶ χάριτος, ὁ ὁποῖος ὅμως τὸν παιδαγωγεῖ γιὰ νὰ θυμᾶται κατόπιν ἀπὸ πόσο μεγάλη καταδίκη λυτρώθηκε· νὰ θυμᾶται τὴν συμπάθεια, συγχωρητικότητα καὶ ἀγάπη τοῦ βασιλέως καὶ ἔτσι νὰ εἶναι συμπαθὴς καὶ ὁ ἴδιος στοὺς ἄλλους.
Αὐτὸ ἀκριβῶς κάνει καὶ ὁ Βασιλεὺς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους, πρὸς ὅλους ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Διότι ὅλοι μας χρεοφειλέται εἴμαστε ἀπέναντί Του. Καθημερινὰ γινόμαστε καταχρασταὶ τῶν ἀγαθῶν καὶ δωρημάτων Του, τὰ ὁποῖα κατασπαταλοῦμε στὴν ἁμαρτία. Καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ ὁ Θεὸς μᾶς εὐεργετεῖ ἀδιαλείπτως μὲ μύρια ἀγαθά. Ἐπειδὴ ὅμως θέλει τὴν σωτηρία μας, ἔχει γιὰ τὸν καθένα μας ἕνα ἰδιαίτερο, ἕνα ἀνεξιχνίαστο σχέδιο ἀγάπης· φέρνει στὴ ζωή μας πρόσωπα, πράγματα, περιστάσεις, ἀλλὰ καὶ ἐπιτρέπει δοκιμασίες γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ στὴν μετάνοια καὶ σωτηρία. Γιὰ νὰ συναισθανθοῦμε τὸ μέγεθος τῶν ἀμέτρητων ἁμαρτιῶν μας ἀλλὰ καὶ τῆς δικῆς του ἀπείρου εὐ-σπλαγχνίας. Καὶ νὰ προσπέσουμε στὰ πόδια του, στὸ φιλάνθρωπο Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, καὶ νὰ ζητήσουμε τὸ ἔλεός του. Ἐκεῖ μᾶς περιμένει γιὰ νὰ διαγράψῃ ὅλα τὰ χρέη μας, μεγάλα καὶ μικρά. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ Τοῦ προσφέρουμε τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας μας. Μὴ χάνουμε λοιπὸν καιρό. «Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος» (Ψαλ. ρβ΄ [102] 8).
Ἐδῶ ὅμως προκύπτει εὔλογα ἕνα ἐρώτημα: Ἀφοῦ τελικῶς ὁ βασιλεὺς σπλαγχνίσθηκε τὸν αὐλικό του καὶ τὸν ἄφησε ἐλεύθερο, γιὰ ποιὸ λόγο δὲν τὸν συγχώρησε ἀμέσως, ἀλλὰ τοῦ ἔκαμε ὅλη αὐτὴ τὴν παιδαγωγία;
Διότι, ἐὰν τὸν συγχωροῦσε ἀμέσως, δὲν θὰ καταλάβαινε ὁ ὀφειλέτης τὸ μέγεθος τῆς τεράστιας ὀφειλῆς του καὶ τῆς βαρύτητος τῆς ἄνομης καταχρήσεώς του. Τὸ χρέος του ἦταν τόσο μεγάλο, ὥστε φανέρωνε ἕναν ὀφειλέτη ὄχι μόνον ἀσυνεπῆ, ἀλλὰ καὶ καταχραστὴ καὶ σπάταλο. Ἦταν τόσο μεγάλο τὸ χρέος ὥστε, ἀκόμη κι ἂν ὁ ὀφειλέτης ἐργαζόταν ἐντατικὰ σ’ ὅλη του τὴν ζωή, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τὸ ἐξοφλήσῃ. Ἄρα λοιπὸν ὁ βασιλεὺς δὲν εἶχε νὰ κερδίσῃ τίποτε ἀπ’ αὐτόν. Τὸν ἐκάλεσε λοιπὸν ὄχι γιὰ νὰ κερδίσῃ κάτι, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσῃ σὲ συναίσθησι καὶ μετάνοια. Γι’ αὐτὸ κι ἀμέσως μετὰ ὁ βασιλεὺς τὰ διαγράφει ὅλα. Ὁ αὐλικὸς ζήτησε προθεσμία, κι ὁ βασιλεὺς τοῦ χάρισε τὴν ἐλευθερία. Ζήτησε μία χάρι, κέρδισε δύο.
Ἔτσι ὅμως κατάλαβε ὁ ὀφειλέτης ὅτι ὁ βασιλεύς του δὲν εἶναι σκληρὸς καὶ ἀπάνθρωπος ἀλλὰ χορηγὸς ἀνεξάντλητης εὐσπλαγχνίας καὶ χάριτος, ὁ ὁποῖος ὅμως τὸν παιδαγωγεῖ γιὰ νὰ θυμᾶται κατόπιν ἀπὸ πόσο μεγάλη καταδίκη λυτρώθηκε· νὰ θυμᾶται τὴν συμπάθεια, συγχωρητικότητα καὶ ἀγάπη τοῦ βασιλέως καὶ ἔτσι νὰ εἶναι συμπαθὴς καὶ ὁ ἴδιος στοὺς ἄλλους.
Αὐτὸ ἀκριβῶς κάνει καὶ ὁ Βασιλεὺς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους, πρὸς ὅλους ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Διότι ὅλοι μας χρεοφειλέται εἴμαστε ἀπέναντί Του. Καθημερινὰ γινόμαστε καταχρασταὶ τῶν ἀγαθῶν καὶ δωρημάτων Του, τὰ ὁποῖα κατασπαταλοῦμε στὴν ἁμαρτία. Καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ ὁ Θεὸς μᾶς εὐεργετεῖ ἀδιαλείπτως μὲ μύρια ἀγαθά. Ἐπειδὴ ὅμως θέλει τὴν σωτηρία μας, ἔχει γιὰ τὸν καθένα μας ἕνα ἰδιαίτερο, ἕνα ἀνεξιχνίαστο σχέδιο ἀγάπης· φέρνει στὴ ζωή μας πρόσωπα, πράγματα, περιστάσεις, ἀλλὰ καὶ ἐπιτρέπει δοκιμασίες γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ στὴν μετάνοια καὶ σωτηρία. Γιὰ νὰ συναισθανθοῦμε τὸ μέγεθος τῶν ἀμέτρητων ἁμαρτιῶν μας ἀλλὰ καὶ τῆς δικῆς του ἀπείρου εὐ-σπλαγχνίας. Καὶ νὰ προσπέσουμε στὰ πόδια του, στὸ φιλάνθρωπο Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, καὶ νὰ ζητήσουμε τὸ ἔλεός του. Ἐκεῖ μᾶς περιμένει γιὰ νὰ διαγράψῃ ὅλα τὰ χρέη μας, μεγάλα καὶ μικρά. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ Τοῦ προσφέρουμε τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας μας. Μὴ χάνουμε λοιπὸν καιρό. «Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος» (Ψαλ. ρβ΄ [102] 8).
2. ΧΡΕΟΣ ΕΛΑΧΙΣΤΟ
Στὴ συνέχεια τῆς παραβολῆς ὁ συγχωρηθεὶς ὀφειλέτης, μετὰ τὴν ἐκζήτησι τοῦ ἐλέους ἀπὸ τὸν βασιλέα, βρῆκε ἕναν ἀπὸ τοὺς συνδούλους του ποὺ τοῦ χρωστοῦσε ἕνα ἀσήμαντο ποσὸ ἑκατὸ δηναρίων. Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐπίεσε ἀφόρητα, τοῦ
ἐζήτησε μὲ σκληρότητα νὰ τοῦ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος του. Κι ἐνῶ ἐκεῖνος
ἔπεσε στὰ πόδια του καὶ τὸν παρακαλοῦσε, αὐτὸς ὁ σκληρόκαρδος τὸν ἔρριξε
στὴ φυλακή. Μόλις ὅμως τὸ
πληροφορήθηκε αὐτὸ ὁ βασιλεύς, ἐθύμωσε καὶ τὸν παρέδωσε στοὺς δημίους
τῆς φυλακῆς, γιὰ νὰ τὸν τιμωροῦν μέχρι νὰ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος του. Καὶ ὁ
Κύριος ἐπισφραγίζει τὴν παραβολή του λέγοντας: Ἔτσι καὶ ὁ ἐπουράνιος
Πατὴρ θὰ κάμῃ καὶ σὲ σᾶς, ἐὰν δὲν συγχωρῆτε τοὺς ἀδελφούς σας μέσα ἀπὸ
τὴν καρδιά σας.
Γιατί ὅμως ὁ Κύριος μᾶς προλέγει τὴν τιμωρία αὐτῶν ποὺ συμπεριφέρονται ἔτσι;
Γιὰ νὰ μάθουμε οἱ ἄνθρωποι νὰ συγχωροῦμε. Γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι ὁ Θεὸς θὰ συγχωρήσῃ τὰ δικά μας ἀμέτρητα ἁμαρτήματα μόνον ὅταν ἐμεῖς συγχωροῦμε τὰ ἐλάχιστα λάθη τῶν ἀδελφῶν μας. Διαφορετικὰ μᾶς προειδοποιεῖ: Δὲν πρόκειται νὰ δοῦμε πρόσωπο Θεοῦ. Καὶ γιὰ νὰ μᾶς μάθῃ νὰ συγχωροῦμε, μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι, ὅσες φορὲς κι ἂν συγχωροῦμε τὸν ἀδελφό μας, αὐτὸ εἶναι κάτι τὸ ἐλάχιστο μπροστὰ στὴν συγχώρησι τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν ἀπὸ τὸν Ἴδιο. Τὸ χρέος μας πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι τεράστιο, ἐνῶ τῶν ἀδελφῶν μας ποὺ μᾶς ἀδικοῦν ἢ μᾶς πληγώνουν, μηδαμινό. Δὲν ἔχουμε λοιπὸν τὸ δικαίωμα νὰ στεκώμαστε στὰ μικρὰ καθημερινὰ λάθη τῶν ἀδελφῶν μας καὶ νὰ συμπεριφερώμαστε σ’ αὐτοὺς μὲ ἀσπλαγχνία καὶ σκληρότητα. Ὅσο κι ἂν μᾶς ἔχουν λυπήσει καὶ πικράνει. Ἀκόμη κι ἂν τὰ λάθη τους μᾶς φαίνωνται μεγάλα καὶ ἐνοχλητικὰ ἢ ἀνυπόφορα, εἶναι ἀσήμαντα καὶ ἀμελητέα μπροστὰ στὰ χρέη μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Νὰ μάθουμε λοιπὸν νὰ συγχωροῦμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας. Μόνον ἔτσι θὰ γίνῃ ἡ ζωή μας παράδεισος καὶ ἐδῶ στὴ γῆ καὶ στὴν πανευτυχῆ αἰωνιότητα.
Γιατί ὅμως ὁ Κύριος μᾶς προλέγει τὴν τιμωρία αὐτῶν ποὺ συμπεριφέρονται ἔτσι;
Γιὰ νὰ μάθουμε οἱ ἄνθρωποι νὰ συγχωροῦμε. Γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι ὁ Θεὸς θὰ συγχωρήσῃ τὰ δικά μας ἀμέτρητα ἁμαρτήματα μόνον ὅταν ἐμεῖς συγχωροῦμε τὰ ἐλάχιστα λάθη τῶν ἀδελφῶν μας. Διαφορετικὰ μᾶς προειδοποιεῖ: Δὲν πρόκειται νὰ δοῦμε πρόσωπο Θεοῦ. Καὶ γιὰ νὰ μᾶς μάθῃ νὰ συγχωροῦμε, μᾶς ἐξηγεῖ ὅτι, ὅσες φορὲς κι ἂν συγχωροῦμε τὸν ἀδελφό μας, αὐτὸ εἶναι κάτι τὸ ἐλάχιστο μπροστὰ στὴν συγχώρησι τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν ἀπὸ τὸν Ἴδιο. Τὸ χρέος μας πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι τεράστιο, ἐνῶ τῶν ἀδελφῶν μας ποὺ μᾶς ἀδικοῦν ἢ μᾶς πληγώνουν, μηδαμινό. Δὲν ἔχουμε λοιπὸν τὸ δικαίωμα νὰ στεκώμαστε στὰ μικρὰ καθημερινὰ λάθη τῶν ἀδελφῶν μας καὶ νὰ συμπεριφερώμαστε σ’ αὐτοὺς μὲ ἀσπλαγχνία καὶ σκληρότητα. Ὅσο κι ἂν μᾶς ἔχουν λυπήσει καὶ πικράνει. Ἀκόμη κι ἂν τὰ λάθη τους μᾶς φαίνωνται μεγάλα καὶ ἐνοχλητικὰ ἢ ἀνυπόφορα, εἶναι ἀσήμαντα καὶ ἀμελητέα μπροστὰ στὰ χρέη μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Νὰ μάθουμε λοιπὸν νὰ συγχωροῦμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας. Μόνον ἔτσι θὰ γίνῃ ἡ ζωή μας παράδεισος καὶ ἐδῶ στὴ γῆ καὶ στὴν πανευτυχῆ αἰωνιότητα.
ΠΗΓΗ: "Ο ΣΩΤΗΡ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου