Του Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη στην Romfea.gr
Ἀρχές τοῦ 20ου αἰ. καί ἐπί Ἀρχιεπισκόπου Θεοκλήτου Α΄(+1931)
ἐμφανίσθηκαν στήν πατρίδα μας μερικοί, πού ἔβλεπαν τόν Σταυρό μέ
προτεστάντικο «μάτι», δημιουργώντας ἔτσι πρόβλημα στήν Ἐκκλησία,
ἰδιαίτερα στήν τοπική Ἐκκλησία τῶν Ἀθηνῶν.
Ὁ
Ἀρχιεπίσκοπος Θεόκλητος ἀνέθεσε στόν λόγιο καί Ἅγιο Νεκτάριον
Μητροπολίτη Πενταπόλεως (+1920) νά ἀναιρέσει τίς αἱρετικές τους
δοξασίες. Καί ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ ἐρεύνησε τό θέμα, ἀπό ἱστορική καί ἀπό
θεολογική σκοπιά, ἔγραψε: «Ἱστορική Μελέτη περί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ»
(ἐκδόσεις Ν. Παναγόπουλος 1987, σσ 44).
Ὁ Ἅγιος, στή
μελέτη του αὐτή, ἀσχολεῖται καί μέ τή μεγάλη γιορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τ.
Σταυροῦ (14η Σεπτεμβρίου). Λέει, πώς ἡ γιορτή αὐτή ἔχει σχέση μέ τά
ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, πού ἔγιναν στίς 13 Σεπτεμβρίου 335.
Ἄρα δέν καθιερώθηκε ἐπί αὐτοκράτορα Ἡρακλείου· ἁπλά ἐπί Ἡρακλείου ἔγινε ἡ
ἐπανεκκίνησή της Περιληπτικά:
Ἡ Ἁγία Ἑλένη,
μέ τήν «εὐλογία» τοῦ αὐτοκράτορα καί γυιοῦ της, Κων/νου, πῆγε ἔν ἔτει
326 μ.Χ. στά Ἱεροσόλυμα πρός εὕρεση τοῦ Τ. Σταυροῦ. Βρῆκαν λοιπόν τόν
Σταυρό, καί τά τρία καρφιά πού κάρφωσαν τόν Χριστό.
Ἦταν 6η
Μαρτίου 326. «Τῇ αὐτῇ ἡμέρα (6ῃ Μαρτίου) μνήμη τῆς εὑρέσεως τοῦ Τιμίου
Σταυροῦ ὑπό τῆς μακαρίας Ἑλένης» (...) «Τῇ αὐτῇ ἡμέρα μνήμη τῆς εὑρέσεως
τῶν Τιμίων ἥλων» (Συναξάριον ΣΤ΄Μαρτίου).
Τό γεγονός
αὐτό (=εὕρεση τοῦ Σταυροῦ) γιορτάζεται στήν Ἐκκλησία μας τήν Γ΄ Κυριακή
τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς. «Σήμερον γίνεται χαρά ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς, ὅτι
τοῦ Σταυροῦ τό σημεῖον, κόσμῳ ἐμφανίζεται». ( Τριώδιον, ὠδή δ΄, Κανόνα
ὄρθρου Κυριακῆς Γ ΄Νηστειῶν).
Ἡ Ἁγία Ἑλένη,
τό ὁριζόντιο ξύλο τοῦ Σταυροῦ, τό ἄφησε στήν τοπική Ἐκκλησία τῶν
Ἱεροσολύμων· τό κάθετο, τό παρέδωσε στόν γυιό της, αὐτοκράτορα Μ.
Κων/νο. Τοῦ παρέδωσε ἐπίσης καί δύο ἀπό τά τρία καρφιά, πού σταύρωσαν
τόν Κύριο· (τό τρίτο καρφί ἔπεσε στή θάλασσα κατά τήν ἐπιστροφή της στήν
Πόλη).
Ὁ
αὐτοκράτορας, τό ἕνα καρφί τό ἔβαλε στό κράνος του, καί τό ἄλλο στό
χαλινάρι τοῦ ἀλόγου του, κατά τήν προφητεία τοῦ Ζαχαρίου· «καί ἔσται τό
ἐπί τῷ χαλινῷ τοῦ ἵππου ἅγιον τῷ Κυρίῳ Παντοκράτορι» (Ζαχ. 14:20).
«Φανέντες ἧλοι Βασιλεῖ, τοῦ μέν κράνους. Ἄγαλμα κεῖνται χαλινοῦ δέ
κράτος», (στίχοι Συναξαρίου ΣΤ΄Μαρτίου).
Ἡ
Ἁγία Ἑλένη, στή συνέχεια ξαναπῆγε στά Ἱεροσόλυμα, καί ἔκτισε τόν
περίφημο Ναό τῆς Ἀναστάσεως. Στίς 13 Σεπτεμβρίου 335 ἔγιναν τά ἐγκαίνια,
ἐναποθέτοντας (στόν Ναό) καί τό Ξύλο τοῦ Σταυροῦ. Τήν ἑπομένη τῶν
ἐγκαινίων (14 Σεπτεμβρίου) ὕψωσαν πάλι τόν Σταυρό γιά νά προσκυνηθεῖ ἀπό
τά πλήθη.
Ἀπό τότε, παράλληλα μέ τή γιορτή τῶν ἐγκαινίων τοῦ Ναοῦ, ἔκαναν τήν ἄλλη μέρα (14 Σεπτεμβρίου) καί τήν Ὕψωση τοῦ Σταυροῦ.
Ἡ μέρα αὐτή
ἦταν ἐξ ὁλοκλήρου ἀφιερωμένη στόν Σταυρό. (Γι'αὐτό, ὅταν ἀνήμερα τῆς
14ης Σεπτεμβρίου 407 μ.Χ., πέθανε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἡ μνήμη
του μετετέθη· «ἀλλά διά τήν Ἑορτήν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μετετέθη ἡ τούτου
Ἑορτή εἰς τόν Νοέμβριον μῆνα», ἀναφέρει τό Συναξάριον τῆς ἡμέρας (14ης
Σεπτεμβρίου).
Τό 615 οἱ
Πέρσες εἰσέβαλαν στά Ἱεροσόλυμα· μεταξύ τῶν ἄλλων κακῶν πού ἔκαναν
(σφαγές, αἰχμαλωσία χριστιανῶν), ἅρπαξαν καί τόν Σταυρό. Ὁπότε σταμάτησε
ἡ γιορτή τοῦ Σταυροῦ, πού γινόταν στίς 14 Σεπτεμβρίου.
Ἕνδεκα χρόνια
μετά ( 626) ὁ Βασιλιάς Ἡράκλειος ἐκστρατεύει κατά τῶν Περσῶν καί
παίρνει τόν Σταυρό. Τέλη φθινοπώρου τοῦ 628 ἐπιστρέφει στήν Κων/πολη,
μαζί μέ τόν Σταυρό.
Στήν εἴσοδο
τῆς Πόλεως τοῦ ἔγινε θερμή ὑποδοχή· ξεκίνησαν ἐν πομπῇ γιά δοξολογία
στήν Ἁγία Σοφιά. Προπορευόταν ὁ Σταυρός, πάνω σέ μιά εἰδική ἅμαξα·
ἀκολουθοῦσε ὁ Βασιλιάς πάνω στήν ἅμαξά του, χειροκροτούμενος καί
ζητωκραυγαζόμενος ἀπό τούς χιλιάδες συμπολῖτες του.
Στίς 14
Σεπτεμβρίου τοῦ 629 ὁ Βασιλιάς πηγαίνει στά Ἱεροσόλυμα γιά νά παραδώσει
τόν Σταυρό στόν Πατριάρχη Ζαχαρία (πού σημειωτέον εἶχε αἰχμαλωτισθεῖ ἀπό
τούς Πέρσες, καί ἀπελευθερώθηκε ἀπό τόν Βασιλιά).
Ὁ Βασιλιάς μέ τόν Σταυρό, ὁ Πατριάρχης, ὅλος ὁ κλῆρος καί ὅλος ὁ λαός, ἀνέβηκαν στόν Γολογθᾶ. Ὁ Βασιλιάς σήκωσε ψηλά τόν Σταυρό. Ὅλοι γονάτισαν, ἀκουμπώντας τό κεφάλι τους στή γῆ, ψέλνοντας πάλιν καί πολλάκις «Κύριε ἐλέησον».
Ὁ Βασιλιάς μέ τόν Σταυρό, ὁ Πατριάρχης, ὅλος ὁ κλῆρος καί ὅλος ὁ λαός, ἀνέβηκαν στόν Γολογθᾶ. Ὁ Βασιλιάς σήκωσε ψηλά τόν Σταυρό. Ὅλοι γονάτισαν, ἀκουμπώντας τό κεφάλι τους στή γῆ, ψέλνοντας πάλιν καί πολλάκις «Κύριε ἐλέησον».
Χειροκρότησαν
τόν Βασιλιά· ἔψαλαν τόν Ἐθνικό Ὕμνο, «Σῶσον Κύριε τόν λαόν Σου», καί
ἀναχώρησαν. Καί ἀπό τότε (14 Σεπτεμβρίου 629) ἔγινε ἡ ἐπανεκκίνηση τῆς
γιορτῆς, πούγιορτάζεται μέχρι σήμερα. «Σταυρέ τοῦ Χριστοῦ, σῶσον ἡμᾶς τῇ
δυνάμει Σου». ΑΜΗΝ.
http://www.romfea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου