30 Δεκ 2016

ΤΗ 1η ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ...

†῾Η κατά σάρκα Περιτομή τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἠμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.

῾Η κατά σάρκα περιτομή καί ὀνοματοδοσία τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, κατά τήν ὄγδοη μέρα ἀπό τή γέννησή Του, ἀποτελεῖ τή βεβαίωση τῆς σαρκώσεως καί τῆς προσλήψεως ἀπό τόν Θεό Λόγο τῆς τέλειας ἀνθρώπινης φύσεως ἀναλλοιώτως καί τῆς εἰσόδου Του στό λαό τοῦ Θεοῦ. ῞Οταν μιλᾶμε γιά τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὡς μυστήριο πρέπει νά τήν ἀντιλαμβανόμαστε καί ὡς μυστήριο πρέπει νά τήν προσεγγίζουμε, γιατί ὅλα τά γεγονότα τῆς ἐνανθρωπήσεως, τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἔγιναν μέ θαυμαστό τρόπο πού ξεπερνᾶ τό νοῦ ἀνθρώπου. Οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας λένε ὅτι, ἐάν θεία ἐνανθρώπηση ἦταν καταληπτή, δέν θά ἦταν θεία καί παρομοιάζουν ὅσους ἀμφιβάλλουν ἤ δέν πιστεύουν μέ ἐκεῖνον πού καθόταν στό σκοτάδι καί πληρώθηκε ἀπό φῶς, ἐπειδή ὅμως δέν γνώριζε τό πῶς ἦλθε τό φῶς, δέν δέχθηκε τό φωτισμό.

Τήν κατά σάρκα περιτομή τοῦ Κυρίου ἠμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία καταδέχθηκε ὁ Κύριος νά λάβει σύμφωνα μέ τή σχετική νομική διάταξη, ὅμως μέ σκοπό τήν κατάργηση τῆς διατάξεως αὐτῆς, προκειμένου νά εἰσαγάγει τήν πνευματική καί ἀχειροποίητη περιτομή, δηλαδή τό ῞Αγιο Βάπτισμα, μᾶς τήν παρέδωσαν οἱ ῞Αγιοι Πατέρες νά τήν ἑορτάζουμε κάθε χρόνο. Γιατί ὁ Κύριος, ὅπως καταδέχθηκε πρός χάρη μας τήν ἔνσαρκη Γέννηση καί ἔλαβε ὅλα τά ἰδιώματα τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ὅσα εἶναι παντελῶς ἀδιάβλητα, ἔτσι καταδέχθηκε νά λάβει καί τήν περιτομή πού ὅριζε ὁ ᾿Ιουδαϊκός Νόμος.
Καί βασικά τήν περιτομή ὁ Κύριος τή δέχθηκε γιά δύο λόγους· Πρῶτον, γιά νά φράξει τά στόματα τῶν αἱρετικῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τή θρασύτητα νά ἰσχυρίζονται ὅτι δέν ἔλαβε πραγματικά ἀνθρώπινη σάρκα, ἀλλά ὅτι ἔγινε ἄνθρωπος κατά φαντασίαν. Πῶς ὅμως, πραγματικά, θά περιτεμνόταν, ἄν δέν εἶχε λάβει ἀληθινή ἀνθρώπινη σάρκα; Δεύτερον, γιά νά κλείσει τά στόματα τῶν ᾿Ιουδαίων, οἱ ὁποῖοι Τόν κατηγοροῦσαν ὅτι δέν τηρεῖ τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου, καί ὅτι καταλύει τό Νόμο.
«᾿Επειδή ὁ Θεός», λέγει ὁ ῞Αγιος ᾿Ιωάννης ὁ Δαμασκηνός, «μᾶς ἔδωσε νά κοινωνήσουμε τό καλύτερο καί δέν τό φυλάξαμε, γι αὐτό μεταλαβαίνει τό χειρότερο, ἐννοῶ τή φύση μας, ὥστε ἀπό τή μιά μεριά νά ἀνακαινίσει τόν ἑαυτό Του καί μέ τόν ἑαυτό Του τό κατ εἰκόνα καί καθ ὁμοίωσιν, καί ἀπό τήν ἄλλη νά διδάξει καί σέ μᾶς τήν ἐνάρετη πολιτεία, ἀφοῦ μέ τόν ἑαυτό Του τήν ἔκανε σέ μᾶς δυνατή. Νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τή φθορά μέ τήν κοινωνία τῆς ζωῆς γενόμενος ἀπαρχή τῆς ἀναστάσεώς μας. Νά ἀνακαινίσει τό σκεῦος πού ἀχρειώθηκε καί κομματιάστηκε, νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τήν τυραννία τοῦ διαβόλου, μέ τό νά μᾶς καλέσει στή θεογνωσία καί νά τόν νεκρώσει, νά μᾶς μάθει νά παλεύουμε ἀποτελεσματικά μέ τόν τύραννο, ὁπλισμένοι μέ ὑπομονή καί ταπείνωση».
῾Ο Θεός ἔγινε τέλειος καί ἀληθινός ἄνθρωπος, «ἄνθρωπος ἐν πληγῇ», «ἐν δούλου μορφῇ», χωρίς νά πάψει νά εἶναι τέλειος καί ἀληθινός Θεός, γιά νά κάνει τόν ἄνθρωπο πλήρη καί τέλειο υἱό τοῦ Θεοῦ καί Θεό κατά χάριν. «῾Ο Θεός πτωχεύει τήν ἐμήν σάρκα, ἵνα ἐγώ πλουτήσω τήν αὐτοῦ Θεότητα.... κενοῦται τῆς ἑαυτοῦ δόξης ἐπί μικρόν, ἵνα ἐγώ τῆς ἐκείνου μεταλάβω πληρώσεως».
῾Η δημιουργία καί σωτηρία, ὅλη ἐλεημοσύνη καί φιλανθρωπία τῆς ῾Αγίας Τριάδος, ἀνακεφαλαιώνονται στόν Θεάνθρωπο Χριστό, πού μέ τήν ἐνσάρκωση καί τήν περιτομή Του καί ὅλα τά μυστήρια τῆς ἔνσαρκης παρουσίας Του, ἀπεκάλυψε τή χριστολογική καί χριστοκεντρική ρίζα καί προοπτική κάθε πραγματικότητος καί ὁλόκληρης τῆς πραγματικότητος. Αὐτός, ὁ Κύριος, εἶναι κεφαλή κάθε ἀρχῆς καί ἐξουσίας. Σ  αὐτόν ἔχουμε περιτμηθεῖ, ὄχι μέ περιτομή καμωμένη μέ χέρια ἀνθρώπων, ἀλλά μέ τήν ἀποβολή τοῦ σάρκινου σώματος, δηλαδή μέ τήν περιτομή τοῦ Χριστοῦ, καί ἐνταφιασθήκαμε μαζί Του κατά τό βάπτισμα, κατά τό ὁποῖο καί ἀναστηθήκαμε μαζί Του μέ τήν πίστη στή δύναμη τοῦ Θεοῦ, ὁ ῾Οποῖος Τόν ἀνέστησε ἐκ νεκρῶν. ᾿Ακόμη, ὅταν εἴμασταν νεκροί ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, καί ἐξ αἰτίας τους εἴμασταν ἀπερίτμητοι, μᾶς ἐζωοποίησε μαζί μ Αὐτόν καί μᾶς συγχώρεσε ὅλες τίς ἁμαρτίες.
Μετά τήν περιτομή Του ὁ ᾿Ιησοῦς ἐπέστρεψε στήν οἰκία Του μέ τή μητέρα Του καί τόν ᾿Ιωσήφ. ᾿Εκεῖ ζοῦσε ὅπως καί οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, προοδεύοντας κατά τή σοφία, τήν λικία καί τή χάρη γιά τή σωτηρία μας.

†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ημῶν Βασιλείου, ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας Καππαδοκίας, τοῦ Μεγάλου.

῾Ο Μέγας Βασίλειος, μία ἀπό τίς μεγαλύτερες μορφές τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐγεννήθηκε περί τό 330 μ.Χ. στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. ῾Ο πατέρας του Βασίλειος ἦταν ρήτορας, ἐγκατεστημένος στή Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου, καί ἦταν υἱός τῆς Μακρίνης, ὁποία ὑπέστη πολλά μετά τοῦ συζύγου της κατά τό διωγμό τοῦ Μαξιμίνου γιά τήν πίστη τους στόν Χριστό.
῾Η Μακρίνα ἦταν μαθήτρια τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θαυματουργοῦ καί διετέλεσε πρώτη στήν πίστη διδάσκαλος τοῦ ἐγγονοῦ της Βασιλείου.
῾Η μητέρα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ὀνομαζόταν ᾿Εμμέλεια, καταγόταν ἀπό τήν Καππαδοκία, ἦταν θυγατέρα Μάρτυρος, εὐλαβέστατη καί πολύ φιλάνθρωπη. ᾿Από τό γάμο της μέ τόν Βασίλειο γεννήθηκαν ἐννέα παιδιά, ἀπό τά ὁποῖα τά τέσσερα ἦσαν ἀγόρια. Τό πρωτότοκο παιδί τους ἦταν Μακρίνα, ὁποία μετά τό θάνατο τοῦ μνηστῆρος της, ἐπιδόθηκε στήν ἄσκηση. ᾿Από τά τέσσερα ἀγόρια, τρεῖς ἔγιναν ᾿Επίσκοποι, ὁ Βασίλειος στήν Καισάρεια, ὁ Γρηγόριος στή Νύσσα καί ὁ Πέτρος στή Σεβαστεία· ὁ Ναυκράτιος ἀπέθανε νέος, σέ λικία 27 ἐτῶν. Πρό τοῦ Πέτρου ἐγεννήθη Θεοσεβία.
῾Ο Μέγας Βασίλειος ἔλαβε τήν πρώτη χριστιανική διαπαιδαγώγησή του ἀπό τή μητέρα καί τή γιαγιά του καί διδάχθηκε τά πρῶτα γράμματα ἀπό τόν πατέρα του στήν πατρίδα του. ᾿Εσπούδασε στίς σχολές τῆς Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας καί τοῦ Βυζαντίου, ὅπου «ηὐδοκίμει σοφιστῶν τε καί φιλοσόφων τοῖς τελειοτάτοις», καί τέλος «εἰς τάς χρυσᾶς ᾿Αθήνας», πού τότε ἦταν τό κέντρο τῆς ρητορικῆς καί στήν ὁποία ἤκμαζαν οἱ σοφιστές ῾Ιμέριος, Προαιρέσιος καί ἄλλοι καί ὅπου συνέρρεαν ἀπό παντοῦ μαθητές, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ μετέπειτα αὐτοκράτορας ᾿Ιουλιανός, τόν ὁποῖο ὁ ὑπέρμετρος θαυμασμός του πρός τήν ἐθνική σοφία παρέσυρε στόν πόλεμο κατά τῆς ᾿Ορθοδοξίας. ᾿Εκεῖ βρισκόταν ἤδη καί ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός, μετά τοῦ ὁποίου συνδέθηκε μέ στενή φιλία. Εἶναι χαρακτηριστικοί οἱ λόγοι τοῦ ῾Αγίου Γρηγορίου γιά τόν ἱερό του σύνδεσμο μέ τόν Μέγα Βασίλειο· «Τά πάντα ἦμεν ἀλλήλοις, ὁμόστεγοι, ὁμοδίαιτοι, συμφυεῖς...ἴσαι μέν ἐλπίδες ἦγον μᾶς, πράγματος ἐπιφθονωτάτου τοῦ λόγου· φθόνος δέ ἀπῆν, ζῆλος δέ ἐσπουδάζετο· ἀγών δ ἀμφοτέροις, οὐχ ὅστις αὐτός τό πρωτεῖον ἔχοι, ἀλλ ὅπως τῷ ἑτέρῳ τούτου παραχωρήσειεν. Μία μέν ἀμφοτέρους ἐδόκει ψυχή, δύο σώματα φέρουσα· ἕν δ ἀμφοτέροις ἔργον· ἀρετή καί τό ζῆν πρός τάς μελλούσας ἐλπίδας, πρός ὅ βλέποντες καί βίον καί πρᾶξιν ἅπασαν ἀπηυθύνομεν».
῾Ο Βασίλειος ἐδιδάχθηκε στήν ᾿Αθήνα ρητορική, φιλοσοφία, ἀστρονομία, γεωμετρία καί ἰατρική. ᾿Επέστρεψε στόν Πόντο, περί τό 356 μ.Χ., καί βαπτίσθηκε Χριστιανός ὑπό τοῦ ᾿Επισκόπου Καισαρείας Διανίου. Στή συνέχεια μετέβη στήν Αἴγυπτο, Μεσοποταμία, Παλαιστίνη καί Συρία, γιά νά γνωρίσει τούς ἀσκητές καί καθηγητές τῆς ἐρήμου. Τότε, ἀφοῦ διένειμε καί αὐτός τά ὑπάρχοντά του στούς πτωχούς, ἐμόνασε στόν Πόντο, κοντά στόν ῏Ιρι ποταμό, ἀσκούμενος στή μελέτη καί τήν προσευχή.
᾿Αργότερα, τό 362 μ.Χ., χειροτονήθηκε πρεσβύτερος ἀπό τόν ᾿Επίσκοπο Καισαρείας Εὐσέβιο, ἀλλά μετά ἀπό λίγο ἀναγκάσθηκε νά φύγει στόν Πόντο, λόγῳ τοῦ φθόνου τοῦ ᾿Επισκόπου Εὐσεβίου. ῾Ο Γρηγόριος συμβίβασε τά πράγματα μεταξύ τῶν δύο ἀνδρῶν καί ὁ Μέγας Βασίλειος ἐπέστρεψε τό 365 μ.Χ., γιά νά βοηθήσει τόν ᾿Επίσκοπο Εὐσέβιο στόν ἀγώνα του κατά τῶν ᾿Αρειανῶν. ῎Εγινε ἔτσι «σύμβουλος ἀγαθός, παραστάτης δεξιός, τῶν θείων ἐξηγητής, τῶν πρακτέων καθηγητής, γήρως βακτηρία, πίστεως ἔρεισμα».
Τό ἔτος 370 μ.Χ., μετά τό θάνατο τοῦ Εὐσεβίου, ἐξελέγη ᾿Επίσκοπος Καισαρείας, παρά τίς σφοδρές ἀντιδράσεις τῶν ᾿Αρειανῶν. Σέ καιρό λιμοῦ προσέφερε στούς πάσχοντες κάθε εἴδους βοήθεια. ᾿Αγκάλιασε τούς γέροντες, τά παιδιά, τίς γυναῖκες καί τούς ἄνδρες, τούς ἀσθενεῖς καί φρόντιζε καθημερινά γιά τήν τροφή τους. Οἰκοδόμησε κοντά στήν Καισάρεια ἕνα συγκρότημα πτωχοκομείου καί νοσοκομείου, τή Βασιλειάδα, πού ἔγινε τό ταμεῖο τῆς εὐσέβειας καί τῆς ἀγάπης.
Κατά τά χρόνια τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας εἶχε νά ἀ-
ντιπαλαίψει κατά πολλῶν δυσχερειῶν. ῾Ο αὐτοκράτορας Οὐάλης ἀποφάσισε νά εἰσαγάγει μέ τή βία στήν Καππαδοκία τόν ᾿Αρειανισμό. Γι αὐτό, τό 372 μ.Χ., ἔστειλε τόν ἔπαρχο Μόδεστο, γιά νά πείσει τόν ῞Αγιο νά δεχθεῖ τίς κακοδοξίες τῶν αἱρετικῶν. Μάταια ἐπροσπάθησε νά πείσει τό Μέγα Βασίλειο μεταχειριζόμενος κάθε μέσο· δήμευση τῆς περιουσίας, ἐξορία, βασανιστήρια, θάνατο. ῾Ο Βασίλειος σέ ἀπάντηση ἐδήλωσε, ὅτι δέν φοβᾶται, ἀφοῦ περιουσία δέν εἶχε, παρά μόνο λίγα παλαιά ἐνδύματα καί λίγα βιβλία· ἐξορία δέν φοβᾶται, διότι γῆ πού κατοικεῖ δέν εἶναι ἰδιοκτησία του καί στόν κόσμο αὐτό εἶναι πάροικος καί παρεπίδημος· τά βασανιστήρια δέν τόν πτοοῦν, διότι τό ἀσθενικό του σῶμα δέν μπορεῖ νά ἀντέξει σέ αὐτά, τό δέ θάνατο θεωρεῖ ὡς εὐεργέτη, διότι αὐτός θά τόν ὁδηγήσει νωρίτερα κοντά στό Θεό. ῾Ο Μόδεστος ἐξεπλάγη ἀπό τήν πνευματική γενναιοψυχία τοῦ ῾Αγίου καί ἐπέστρεψε ἄπρακτος. ᾿Ακόμη καί ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης, ὅταν ἦλθε στήν Καισάρεια καί ἀντιλήφθηκε τό μεγαλεῖο τοῦ Βασιλείου, τόν ἄφησε ἀνενόχλητο στόν ἐπισκοπικό του θρόνο. Στό σημεῖο αὐτό ἀξίζει νά ἀναφέρουμε τή μαρτυρία τοῦ ῾Αγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου γιά τόν Μέγα Βασίλειο· ῏Ηταν μέρα τῶν Θεοφανείων· πέλαγος λαοῦ ἐγέμιζε τό ναό· ψαλμωδία καί εὐκοσμία τοῦ βήματος ἦταν ἀγγελική μάλλον παρά ἀνθρώπινη. Καί ὁ Μέγας Βασίλειος προτεταγμένος τοῦ λαοῦ, ὄρθιος, ἀκλινής κατά τό σῶμα καί τήν ὄψη καί τή διάνοια, «ἐστηλωμένος τῷ Θεῷ καί τῷ βήματι». Καί ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης μπροστά στό θέαμα αὐτό καί στό ἄκουσμα «κατεβροντήθη».
Μέ τόν ἀνεκτίμητο αὐτό πλοῦτο τῶν ἀρετῶν του καθοδήγησε τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ καί κοσμημένος μέ αὐτές ἐξεδήμησε πρός Κύριον, τό 378 μ.Χ., λίγο μετά τό θάνατο τοῦ αὐτοκράτορος Οὐάλεντος, σέ λικία 48 ἐτῶν.
῞Οταν πλησίαζε ὥρα νά παραδώσει τήν ἁγία του ψυχή στόν Θεό, προσῆλθαν στήν κλίνη του ὅλοι σχεδόν οἱ Χριστιανοί τῆς πόλεως. ᾿Εκεῖνος τούς ἐδίδασκε καί τούς εὐλογοῦσε. Προσευχόμενος στόν Κύριο εἶπε· «Εἰς χεῖράς Σου, Κύριε, παραθήσομαι τό πνεῦμά μου», καί κοιμήθηκε. Στήν ἐξόδιο ἀκολουθία συμμετεῖχαν μυριάδες λαοῦ καί τόσος ἦταν ὁ συνωστισμός, ὥστε πολλοί ἀπέθαναν «ἐκ τῆς τοῦ ὠθισμοῦ βίας καί συγκλονήσεως». ῾Η σύναξη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἐτελεῖτο στό ναό τῆς ῾Αγίας Σοφίας (Μεγάλη ᾿Εκκλησία). Ναός ἀφιερωμένος στόν ῞Αγιο Βασίλειο ὑπῆρχε στό παλάτι τῶν Βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων κατά τόν 10ο αἰώνα καί σ᾿ αὐτόν ἐκκλησιαζόταν ὁ αὐτοκράτορας τήν 1η ᾿Ιανουαρίου μέχρι τῆς ἀπολύσεως τοῦ Εὐαγγελίου.
῾Ο ἀδελφός τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, παραβάλλει αὐτόν πρός τά πρόσωπα τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, τόν Προφήτη ᾿Ηλία καί τόν Σαμουήλ, τόν ᾿Απόστολο Παῦλο καί τόν ᾿Ιωάννη τόν Πρόδρομο.


῾Ο Μέγας Βασίλειος κατέλιπε πλῆθος σπουδαιοτάτων συγγραμμάτων, ἀπό τά ὁποῖα, εὐτυχῶς, τά περισσότερα διασώθηκαν μέχρι σήμερα. Γιά τήν ᾿Ορθόδοξη ᾿Ανατολική ᾿Εκκλησία τό μεγαλύτερο ἔργο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου εἶναι Θεία Λειτουργία αὐτοῦ, πού τελεῖται καί σήμερα σέ καθορισμένες μέρες τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους· τήν μέρα τῆς μνήμης τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τίς παραμονές τῶν τριῶν μεγάλων Δεσποτικῶν ἑορτῶν, Χριστουγέννων, Θεοφανείων καί Πάσχα (Μέγα Σάββατο), τίς πέντε Κυριακές τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί τή Μεγάλη Πέμπτη. Κατά παλαιότερη διάταξη, Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἐτελεῖτο καί κατά τήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς καί κατά τήν ἑορτή τῆς ῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Τό πρῶτο δογματικό ἔργο, τό ὁποῖο συνέγραψε ὁ ῞Αγιος, ἔχει τόν τίτλο «᾿Ανατρεπτικός τοῦ ἀπολογητικοῦ τοῦ δυσσεβοῦς Εὐνομίου». Περίφημα εἶναι καί τά ἀσκητικά, τά δογματικά, τά παιδαγωγικά συγγράμματα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὡς καί τά κηρύγματα, οἱ ὁμιλίες, καί οἱ ἐπιστολές αὐτοῦ. Μέσα ἀπό αὐτά καταδεικνύεται ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν στήν πραγματικότητα ὀργανωτής τῆς κοινωνικῆς καί ἠθικῆς διδασκαλίας τῆς ᾿Εκκλησίας, στηρίζοντας τήν ἠθική δεοντολογία του κυρίως στήν ῾Αγία Γραφή καί εἰδικότερα στήν Παλαιά Διαθήκη. ῾Η ῾Αγία Γραφή γιά τόν Μέγα Βασίλειο ἦταν τό ὑπέρτατο δογματικό κριτήριο καί ἀποτελοῦσε καθ ἑαυτήν μυστήριο θείας οἰκονομίας καί ἀνθρώπινης σωτηρίας. Γι' αὐτό καί θεωροῦσε τήν ῾Αγία Γραφή ὡς θεόπνευστο βιβλίο, προερχόμενο ἐκ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, καί κατά συνέπεια ἐθεωροῦσε ἀπαραίτητο γιά τήν ὀρθή κατανόηση τοῦ περιεχομένου αὐτῆς τό χάρισμα τῆς πνευματικῆς διακρίσεως. ῾Η μελέτη τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, κατά τόν Μέγα Βασίλειο, πρέπει νά γίνεται μέ βαθιά πίστη καί μέσα στήν κοινότητα τῶν πιστῶν. ῾Η ἑρμηνεία δέ αὐτῆς ἀπέβλεπε κυρίως στήν οἰκοδομή τῶν πιστῶν καί τή σωτηρία αὐτῶν. Γι αὐτό παράδοση τῆς πίστεως, ὅπως αὐτή παραδόθηκε ἀπό τούς ᾿Αποστόλους, ἦταν ἀπαραίτητος ὁδηγός στήν ἑρμηνεία καί μελέτη τῆς ῾Αγίας Γραφῆς.

†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, πατρός τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.
῾Ο ῞Αγιος καταγόταν ἀπό τήν ᾿Αριανζό, ἕνα χωριό κοντά στή Ναζιανζό τῆς Καππαδοκίας. Πρίν εἰσέλθει στόν ἱερό κλῆρο ἐργαζόταν ὡς ὑπάλληλος τοῦ κράτους. Παρά τό γεγονός ὅτι βρισκόταν σέ μεγάλη θέση, ἀπό τήν ὁποία μποροῦσε νά χρηματίζεται, ποτέ δέν τό ἐκμεταλλεύθηκε. ῾Η τιμιότητά του δέν τόν ἄφησε νά ἀγαπήσει τό ἄνομο κέρδος. ῾Ο ῞Αγιος ἦταν νυμφευμένος μέ τήν Νόννα, γυναίκα ἐνάρετη καί φιλόθεη, καί ἀπέκτησε δύο υἱούς, τόν ῞Αγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο († 25 ᾿Ιανουαρίου) καί τόν ῞Αγιο Καισάριο τόν ᾿Ιατρό († 9 Μαρτίου), καί μία θυγατέρα, τήν ῾Αγία Γοργονία († 23 Φεβρουαρίου). ῾Η ᾿Εκκλησία τιμᾶ τή μνήμη τῆς ῾Αγίας Νόννας στίς 5 Αὐγούστου.
῾Ο Γρηγόριος ἀνῆκε ἀρχικά στή θρησκευτική αἵρεση τῶν ῾Υψισταρίων. Γιά τούς χρόνους ἐκείνους, τούς γεμάτους ἀπό ποικίλες φιλοσοφικές ἀντιλήψεις καί θρησκευτικές αἱρέσεις, δέν εἶναι παράδοξο τό ὅτι ὁ ἀνώτερος ἐκεῖνος δημόσιος ὑπάλληλος μιᾶς ῾Ελληνοκαππαδοκικῆς πόλεως ἀνῆκε σέ θρησκευτική αἵρεση. Οἱ ῾Υψιστάριοι δέχονταν μόνο Θεό «῞Υψιστο» καί διδασκαλία τους ἦταν ἀναμεμιγμένη μέ ἰουδαϊκούς καί ἐθνικούς τύπους. Στήν ᾿Ορθοδοξία τόν ὁδήγησε μέ τή βαθύτατη ἐπίδρασή της εὐσεβής καί εὐπαίδευτη σύζυγός του, Νόννα. Μιά μέρα ἄκουσε τό σύζυγό της νά ψάλλει τόν Ψαλμό τοῦ Δαβίδ «Εὐφράνθην ἐπί τοῖς εἰρηκόσι μοι εἰς οἶκον Κυρίου πορευσόμεθα» (Ψαλμ. 121, 1). ῾Η εὐσεβής Νόννα δράττεται τῆς εὐκαιρίας καί ὁδηγεῖ τό σύζυγό της στόν ᾿Επίσκοπο Ναζιανζοῦ Λεόντιο, ὁ ὁποῖος δέχθηκε τόν Γρηγόριο. Βαπτίσθηκε τό ἔτος 325 μ.Χ. καί ἀναδείχθηκε ᾿Επίσκοπος Ναζιανζοῦ τό ἔτος 328 μ.Χ. ῾Η ἀρχιερατεία του διήρκεσε 45 ἔτη. Κατά τήν ἐπισκοπική του πορεία πολιτεύθηκε κατά Θεόν καί ᾿Εκκλησία τόν κατέταξε στή χορεία τῶν ῾Αγίων της.
῾Ο ῞Αγιος Γρηγόριος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη περί τά τέλη τοῦ ἔτους 373 μ.Χ.

†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Θεοδότου.
Εἶναι ἄγνωστος ὁ χρόνος καί ὁ τόπος τοῦ μαρτυρίου τοῦ ῾Αγίου Θεοδότου, ὁ ὁποῖος ἐμαρτύρησε διά ξίφους.

†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἠμῶν Θεοδοσίου, γουμένου Τριγλίας.
῾Ο ῞Οσιος Θεοδόσιος ἦταν γούμενος σέ μία ἀπό τίς τέσσερις φημισμένες μονές τῆς Τριγλίας, τοῦ Μιδηκίου, τοῦ Βαθέος Ρύακος, τοῦ ῾Αγίου Στεφάνου καί τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου. ᾿Εκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη.

Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Πέτρου τοῦ ἐκ Τριπολιτσᾶς.
῾Ο ῞Αγιος Νεομάρτυς Πέτρος καταγόταν ἀπό τήν Τρίπολη τῆς Πελοποννήσου. Συνελήφθη καί, πιεζόμενος νά ἀσπασθεῖ τή θρησκεία τῶν ἀλλοφύλων, τό Κοράνι, παρέμεινε ἀκλόνητος στήν προγονική εὐσέβεια. ᾿Εμαρτύρησε δι ἀγχόνης στό ᾿Οντεμίσιον (Τεμίσι) τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας τό ἔτος 1776 μ.Χ.

†Τῇ αὐτῇ μέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Πλάτωνος καί τῶν σύν αὐτῷ μαρτυρησάντων Μιχαήλ καί Νικολάου τῶν πρεσβυτέρων.

῾Ο ῞Αγιος ῾Ιερομάρτυς Πλάτων ἦταν ᾿Επίσκοπος τῆς πόλεως Ρεβέλ τῆς ᾿Εσθονίας καί ἐμαρτύρησε μαζί μέ τούς πρεσβυτέρους Μιχαήλ καί Νικόλαο τό ἔτος 1919.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός,
ἐλέησον μᾶς. ᾿Αμήν.

http://www.apostoliki-diakonia.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: