9 Ιαν 2017

Ο Άγιος Άμπο της Τιφλίδας, ο Μάρτυς αρωματοποιός

AgiosAbo01

Γράφει ο Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας | Romfea.gr
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἄμπο, ὁ πολιοῦχος τῆς Τυφλίδος, μαρτύρησε στὶς 6 Ἰανουαρίου, τὴν ἡμέρα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων τοῦ 786, ἀλλὰ ἡ πάνσεπτη μνήμη του μεταφέρεται λόγῳ τῆς Μεγάλης Δεσποτικῆς ἑορτῆς στὶς 8 Ἰανουαρίου.

Μετὰ τὴν κατάληψη τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τοὺς Πέρσες τὸ 614 καὶ τὴν ἐπίθεση τοῦ αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου Ἡρακλείου κατ’ αὐτῶν καὶ οἱ δύο πλευρὲς ἀποδυναμώθηκαν.
Ἔτσι ἡ Περσία ἔπεσε εὔκολα θύμα στὶς δυνάμεις τῶν Ἀράβων, ποὺ μὲ τὴ σειρά τους ἔφθασαν νὰ πολιορκήσουν καὶ τὴν ἴδια τὴν Κωνσταντινούπολη.
Ἡ πόλη τῆς Τιφλίδας, ἡ ὁποία γιὰ ἕνα μικρὸ χρονικὸ διάστημα βρισκόταν ὑπὸ βυζαντινὸ ἔλεγχο, παραδόθηκε τὸ 655 στὰ χέρια τῶν μουσουλμάνων, ὅπου καὶ παρέμεινε γιὰ περισσότερο ἀπὸ ἕνα αἰῶνα.
Τὰ χρόνια ἐκεῖνα τὸ γεωργιανὸ ἔθνος εἶχε περιέλθει σὲ οἰκτρὴ κατάσταση ἀπὸ τὴν ἀραβικὴ κατοχὴ καὶ τὴν πίεση τοῦ ἐξισλαμισμοῦ του.
Ἡ δύναμη τοῦ καταναγκασμοῦ καὶ ἡ πονηριὰ τοῦ δυνάστη κατακτητὴ ἔκανε τοὺς Γεωργιανοὺς νὰ αἰσθάνονται σὰν τὰ καλάμια στὶς ριπὲς τοῦ ἀνέμου.
Ὁ καταναγκασμὸς αὐτὸς ὤθησε καὶ τὸν Ἅγιο Ἄμπο νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πατρώα ἀπάτη καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὸ Χριστιανισμό, γιὰ τὸν ὁποῖο καὶ μαρτύρησε.
Τὸ ἔτος 772 ὁ πρίγκιπας Νέρσης, γιὸς τοῦ Κουροπαλάτη, ποὺ διοικοῦσε τὴ Γεωργία, σὲ χρόνους ὑποτέλειας τῆς χώρας στοὺς Ἄραβες μουσουλμάνους συκοφαντήθηκε ἀπὸ ἐχθρούς του στὸν ἐπικυρίαρχο Ἀμπντουλὰ Χαλίφη καὶ προσκλήθηκε νὰ δώσει ἐξηγήσεις στὴν ἕδρα του, τὴ Βαγδάτη, τότε πρωτεύουσα τοῦ ἀραβικοῦ χαλιφάτου τῶν Ἀββασιδῶν.
Ἐκεῖ θεωρήθηκε ἐπικίνδυνος γιὰ τὰ συμφέροντα τοῦ δυνάστη καὶ ἀκολούθησε μακροχρόνια κράτησή του στὶς φυλακές, μέχρι ποὺ ὁ Χαλίφης Ἀμντουλὰ πέθανε καὶ τὸν διαδέχθηκε ὁ γιός του Μαχντί. Αὐτὸς ἀπελευθέρωσε τὸ Νέρση καὶ τὸν ἀπέστειλε πίσω στὴν πατρίδα του.
Στὴν ἐπιστροφή του αὐτὴ τὸν ἀκολούθησε καὶ ὁ δεκαοκταετὴς τότε καὶ ἀργότερα Μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, Ἅγιος Ἄμπο.
Αὐτὸς ἦταν γνήσιος ἀπόγονος τοῦ Ἰσμαήλ, Σαρακηνὸς τὸ γένος, καὶ ζοῦσε μὲ τοὺς γονεῖς καὶ τὰ ἀδέλφια του στὴ Βαγδάτη.
Θέλοντας νὰ ἀκολουθήσει τὸ Δούκα Νέρση στὴ Γεωργία μπῆκε στὴν ὑπηρεσία του ὡς καλὸς ἀρωματοποιὸς καὶ παρασκευαστὴς ἀλοιφῶν.
Ὅταν ἔφθασε στὴ Γεωργία ζοῦσε μαζὶ μὲ τὸ Δούκα Νέρση καὶ οἱ ἀρετές του τὸν ἔκαναν πολὺ δημοφιλή.
Σύντομα ἔμαθε τὰ συνομιλεῖ, νὰ γράφει καὶ νὰ διαβάζει στὰ γεωργιανά. Ἄρχισε νὰ διαβάζει τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ συνήθιζε τακτικὰ νὰ ἐκκλησιάζεται.
Μάλιστα στὰ πειράγματα πολλῶν ἀπαντοῦσε μὲ θεολογικὴ κατάρτηση καὶ σοφὴ ἀπολογητικὴ γνώση, ποὺ ἔδειχνε ὅτι ἦταν ἀπόλυτα ἐξοικειωμένος μὲ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη.
Ἔτσι ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὸ μωαμεθανισμὸ καὶ ἐγκατέλειψε τὰ ἔθιμα καὶ τὶς πεποιθήσεις του. Θεῖος ἔρωτας γενήθηκε μέσα του προσευχόταν κρυφὰ καὶ νήστευε κατὰ τὶς χριστιανικὲς παραδόσεις.
Ἐπιθυμοῦσε πολὺ νὰ βαπτισθεῖ καὶ νὰ γίνει Χριστιανός, ἀλλὰ φοβόταν τοὺς συμπατριῶτες του Σαρακηνούς, ποὺ εἶχαν καταλάβει καὶ κυριαρχοῦσαν τότε στὴ Γεωργία. 
Κατὰ τὸ ἔτος 779 οἱ Σαρακηνοὶ εἰσβολεῖς ἐξόργισαν τὸν Νέρση, ποὺ δὲν ἄντεχε ἄλλο τὴ δυναστεία τους, καὶ ἀποφάσισε νὰ τοὺς πολεμήσει.
Στὴ μάχη ποὺ ἀκολούθησε περικυκλώθηκε ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ἀλλὰ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ξέφυγε ἀπὸ τὰ χέρια τους καὶ κατευθύνθηκε μέσα ἀπὸ τὰ βουνὰ τοῦ Καυκάσου, πρὸς τὴν Ἀμπχαζία. Μαζί του ἔφυγε καὶ ὁ πιστὸς ὑπηρέτης του Ἄμπο.
Μακριὰ ἀπὸ τὸ φόβο τῶν Σαρακηνῶν, πρώην συμπατριωτῶν του, ὁ Ἄμπο ζήτησε ἐκεῖ νὰ βαπτισθεῖ στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας μας Τριάδος καὶ ἔκτοτε ζοῦσε μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ μας νηστεύοντας καὶ προσευχόμενος.
Ἀπὸ τὴν Ὀσετία ὁ Νέρσης μετακόμισε στὴν Ἀπχαζία, ὅπου ὁ εὐλογημένος Ἄμπο ἐξασκοῦσε τὸν ἑαυτό του στὴν ἀσκητικὴ ζωή, ἔχοντας πρότυπο τὸν Μέγα Ἀντώνιο.
Τὸ 782 ὁ Νέρσης ἐπέστρεψε στὴν Τυφλίδα μαζὶ μὲ τὸν Ἄμπο, ποὺ ὅμως τὸν εἶχε πληροφορήσει ὁ Νέρσης, ὅτι δὲν θὰ ἦταν ἐκεῖ ἀσφαλὴς ἀπὸ τοὺς Σαρακηνούς, ποὺ τὸν θεωροῦσαν καὶ ἦταν ἐξωμότης.
Μὲ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ Νέρση στὴν Τιφλίδα, γιὰ περίπου τρία χρόνια ὁ Ἄμπο ὁμολογοῦσε ἀνοιχτὰ τὴ χριστιανικὴ πίστη του στοὺς δρόμους τῆς πόλεως καὶ συγκινοῦσε τὰ χριστιανικὰ πλήθη ποὺ ὑπέφεραν ἀπὸ τὴ μουσουλμανικὴ καταπίεση, μὲ τὸ παράδειγμα καὶ τὴν εὐσέβειά του.
Οἱ ἀπειλὲς τῶν Ἀράβων συμπατριωτῶν του δὲν τὸν ἐπηρέαζαν, οὔτε μείωναν τὸ ζῆλο του. Τὸ 786 καταγγέλθηκε ὡς Χριστιανὸς καὶ λιποτάκτης τῆς πίστεως ἀπὸ τοὺς συμπατριῶτες του.
Στὴ δίκη ποὺ ἀκολούθησε ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴ χριστιανική του ἰδιότητα καὶ κλείσθηκε στὶς φυλακές, Μαρτύρησε γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ στὶς 6 Ἰανουαρίου τοῦ 786.
Συρόμενος πρὸς τὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεώς του εὐχαριστοῦσε τὸ Θεὸ ποὺ τὸν ἀξίωνε νὰ ἐγκαταλείψει τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ἀρωματοποιοῦ γιὰ τὸ γλυκύτατο ἄρωμα τῶν ἐντολῶν Του καὶ γιὰ τὸ μυροβόλο Παράδεισο.
Τὸ ξίφος τοῦ δήμιου κτύπησε τρεῖς φορὲς τὸν εὐλογημένο αὐχένα τοῦ Μάρτυρα Ἄμπο, μέχρι ποὺ τὸ τίμιο αἷμα του πορφύρωσε τὴ γῆς τῆς Τιφλίδας καὶ ἔρρευσε καὶ κοκκίνισε τὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ Κούρου, ποὺ τὴ διατρέχει.
Ἀργότερα τὸ πάνσεπτο σκήνωμα τοῦ Ἁγίου οἱ ἀντίχριστοι συμπατριῶτες του ἄναψαν φωτιά, γιὰ νὰ ἐξαφανίσουν κάθε του ἴχνος.
Οἱ Χριστιανοὶ τότε ἔσπευσαν μὲ κεριὰ καὶ θυμιάματα νὰ τίμησουν τὸν ἀρωματοποιὸ Ἅγιο τρέχοντας ὅλοι, νέοι καὶ γέροι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες μὲ δάκρυα στὰ μάτια πρὸς τὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου καὶ τῆς καύσεως τοῦ σκηνώματός του.
Μάλιστα πολλοὶ ἀσθενεῖς θεραπεύθηκαν ἀμέσως μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ μας ποὺ δοξάζει αὐτοὺς ποὺ στὴ γῆ τὸν δοξάζουν μὲ λόγια καὶ πράξεις.
Τὸ ἴδιο βράδυ τοῦ μαρτυρίου ἕνα λαμπερὸ ἀστέρι φώτιζε τὸ σημεῖο ἐκεῖνο σὰν στήλη πυρὸς δεικνύοντας τὴν εὐαρέσκεια τοῦ Φωτοδότου Θεοῦ μας στὸν ὡραῖο ἀγώνα τοῦ νεαροῦ ἀρωματοποιοῦ.
Στὸ σημεῖο τοῦ μαρτυρίου του, κάτω ἀπὸ τὸ Ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, στὴν τοποθεσία Metekhi, ὅπου ὁ τάφος τῆς Ἁγίας Σουσανίκ, βρίσκεται Ναός στὸ ὄνομά του, θυμίζοντας σ’ ὅλες τὶς Ὀρθόδοξες γενιὲς τὸ ἡρωϊκὸ φρόνημα καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Ἄμπο, τοῦ ὁποίου ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴ μνήμη στὶς 8 Ἰανουαρίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: