17 Σεπ 2017

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ-3.ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΙΒΗΡΩΝ


Βρίσκεται στὴν παραλία ἀνάμεσα στὶς Μονὲς Σταυρονικήτα-Φιλοθέου καὶ ἱδρύθηκε στὸ τέλος τοῦ 10ου αἰώνα ἀπὸ τὸν Ἴβηρα Ἰωάννη, τὸν γιό του Εὐθύμιο καὶ τὸν Ἰωάννη Τορνίκιο, μαθητὲς τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου. Στὴ θέση ποὺ βρίσκεται σήμερα ἡ Μονὴ βρισκόταν ἡ Μονὴ τοῦ Κλήμεντος, καὶ τὸ ἴδιο ὄνομα εἶχε καὶ ἡ Μονὴ τῶν νέων κτιτόρων, μέχρις ὅτου, ἄγνωστο πότε, πῆρε τὴν ὀνομασία ἀπὸ τὴν πατρίδα τῶν πρώτων μοναχῶν. Πιθανότατα, στὴν ἴδια θέση βρισκόταν μία ἀπὸ τὶς ἀρχαῖες πόλεις τοῦ Ἄθω ἢ τὸ λιμάνι της καὶ κατὰ τὴν παράδοση, τὸ παρεκκλήσι τοῦ Προδρόμου χτίστηκε πάνω στὸ εἰδωλολατρικὸ Ἱερὸ τοῦ Ποσειδῶνα, παράδοση ὄχι φανταστική, ἂν παρατηρήσει κανεὶς τὶς ὑποχωρήσεις τοῦ ἐδάφους μέσα στὸ παρεκκλήσι. Ἡ ἵδρυση τῆς μονῆς συνδέεται μὲ τὴν ἐπανάσταση τοῦ Βάρδα Σκληροῦ, γιὰ τὴν καταστολὴ τῆς ὁποίας συνέβαλε ἀποφασιστικὰ ὁ Ἰωάννης Τορνίκιος, ὁ ὁποῖος ἐπέστρεψε στὸν Ἄθω μὲ πλούσια λάφυρα καὶ δωρεὲς τοῦ αὐτοκράτορα Βασιλείου τοῦ Β´ (979).



Ἡ ἀκμὴ συνεχίστηκε καὶ στὸν 11ο  - 12ο αἰώνα, ἀλλὰ τὸ 1259 οἱ πειρατὲς κατέστρεψαν σχεδὸν ὁλόκληρη τὴ Μονή. Μετὰ τὴν ἀνασυγκρότησή της ἀκολούθησαν ἐποχὲς ἀκμῆς καὶ προόδου. Τὸ 1542 ὁ πατριάρχης Ἱερεμίας διόρισε πρῶτο ἡγούμενο τῆς Μονῆς Σταυρονικήτα τὸν Σίλβεστρο, προηγούμενο Ἰβηρίτη. Στὸ τέλος τοῦ 16ου αἰώνα λειτουργοῦσε καλλιτεχνικὸ ἐργαστήριο ζωγραφικῆς μέσα στὴ μονὴ (Μ. Γεδεών, Χρονογραφία, σ. 14-15), καὶ στὸν 17ο αἰώνα κατασκευάστηκαν μεγάλα οἰκοδομικὰ ἔργα: τὸ 1617-1626 ἔγινε τὸ  ὑδραγωγεῖο, τὸ 1622 οἰκοδομήθηκε ὁ παραθαλάσσιος πύργος καὶ τὸ κτήριο τοῦ ἀρσανᾶ μὲ ἔξοδα τοῦ Γαλακτίωνος, μητροπολίτη Ἐλασσῶνος, τὸ 1674 ζωγραφίστηκαν τὰ παρεκκλήσια τοῦ καθολικοῦ (Ἀρχαγγέλων - Ἁγίου Νικολάου). Τὸ 1740 καὶ τὸ 1865 ὅμως μεγάλες πυρκαγιὲς κατέστρεψαν ὅλες σχεδὸν τὶς οἰκοδομὲς τῆς Μονῆς, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ καθολικὸ καὶ τὰ παρεκκλήσια τῆς αὐλῆς. Τὸ 1866 οἰκοδομήθηκε πάλι ἡ δυτικὴ καὶ ἡ βόρεια πλευρὰ καὶ λίγο ἀργότερα ἡ ἀνατολικὴ καὶ τμῆμα τῆς νότιας.


Τὸ καθολικό, στὸν ἁγιορείτικο τύπο, βρίσκεται στὴ μέση τῆς μεγάλης αὐλῆς καὶ χτίστηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ 11ου αἰώνα ἀπὸ τὸν Ἴβηρα μοναχὸ Γεώργιο Βαρασβατζέ. Μεγάλες ἐργασίες ἔγιναν στὶς ἀρχὲς τοῦ 16ου αἰώνα, ἀλλὰ δὲν εἶναι γνωστὸ ποιὲς ἀκριβῶς. Ἀπὸ τὸ παλαιὸ καθολικὸ διατηρήθηκαν τὸ πλούσιο μαρμαροθέτημα τοῦ δαπέδου, τμήματα τοῦ μαρμάρινου τέμπλου καὶ παλαιοχριστιανικὰ ἀρχιτεκτονικὰ κομμάτια σὲ δεύτερη χρήση (κίονες, κιονόκρανα κ.λπ.).


Μέχρι τὸ 1357 ἡ Μονὴ κατοικοῦνταν ἀπὸ Ἴβηρες καὶ οἱ ἀκολουθίες ψάλλονταν στὴν Ἰβηρικὴ γλῶσσα. Μὲ σιγίλλιο ὅμως τοῦ πατριάρχη Καλλίστου Β´ ἡ διοίκηση πέρασε στὰ χέρια τῶν Ἑλλήνων καὶ στὴν κατάσταση αὐτὴ βρίσκεται μέχρι σήμερα. Ἡ τράπεζα χτίστηκε τὸ 1848 στὴ θέση παλαιότερης ποὺ καταστράφηκε. Ἡ παλαιὰ εἶχε τοιχογραφίες τοῦ 17ου αἰώνα, ἐνῶ ἡ νέα, καμαροσκέπαστη, εἶναι χωρὶς τοιχογραφίες. Ἡ φιάλη ἀνακαινίστηκε τὸ 1865 καὶ στὸν θόλο της σώζονται ἐνδιαφέρουσες τοιχογραφίες μὲ σκηνὲς σχετικὲς μὲ τὰ νερά. Στὸ ψηλὸ κωδωνοστάσιο, μπροστὰ στὴν τράπεζα, στεγαζόταν  παλαιότερα ἡ πλούσια βιβλιοθήκη τῆς μονῆς (περισσότερα ἀπὸ 2.000 χειρόγραφα). Σήμερα στεγάζεται σὲ ἰδιαίτερο κτήριο δίπλα στὴν τράπεζα. Πρόκειται γιὰ τὸν παλαιὸ φοῦρνο, ὁ ὁποῖος μετασκευάστηκε τὸ 1963. Στὸ κτήριο τῆς βιβλιοθήκης φυλάγονται ὁ λεγόμενος «σάκκος τοῦ Τσιμισκῆ», τμῆμα ἀπὸ τὸν ἁλυσιδωτὸ θώρακα τοῦ Τορνικίου, καθὼς καὶ ἀρκετὰ αὐτοκρατορικὰ καὶ πατριαρχικὰ ἔγγραφα. Τὸ σκευοφυλάκιο, ἀπὸ τὰ πλουσιότερα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, στεγάζεται σήμερα στὸ ὑπερῶο τοῦ ἐξωνάρθηκα τοῦ καθολικοῦ. Ἀπὸ τὴν πλούσια συλλογὴ τῶν φορητῶν εἰκόνων ξεχωρίζει ἡ σειρὰ τοῦ παλαιοῦ τέμπλου καὶ ἄλλα ἔργα, ἀπὸ τὸν 14ο αἰώνα μέχρι τὶς μέρες μας.


Τὸ παρεκκλήσι τῆς Πορταΐτισσας χτίστηκε τὸ 1680 καὶ σ᾽ αὐτὸ γίνεται καθημερινὰ ἀκολουθία μπροστὰ στὴ θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τῆς Πορταΐτισσας. Τὸ παρεκκλήσι τοῦ Προδρόμου βρίσκεται πίσω ἀπὸ τὴν Πορταΐτισσα καὶ εἶναι χτισμένο, κατὰ τὴν παράδοση, πάνω στὸ Ἱερὸ τοῦ Ποσειδῶνα. Ὁ πύργος τῆς νότιας πτέρυγας ἀνήκει στὰ ἀρχαιότερα τμήματα τῆς Μονῆς, ἀλλὰ μὲ τὸν σεισμὸ τοῦ 1905 καταστράφηκε τὸ πάνω τμῆμα του καὶ ἐρημώθηκε.


Ἐξαρτήματα:
Στὴ Μονὴ Ἰβήρων ἀνήκει ἡ ἰδιόρυθμη Σκήτη τοῦ Προδρόμου ποὺ βρίσκεται στὰ δυτικὰ τῆς μονῆς. Σήμερα κατοικεῖται ἀπὸ ἐλαχίστους μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ἀσχολοῦνται μὲ τὴν κατασκευὴ θυμιάματος. Ὅ κυριακὸς ναὸς χτίστηκε τὸ 1779 καὶ τοιχογραφήθηκε τὸ 1799.


ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΠΥΡΟΣ – ΛΑΡΟΥΣ - ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ

Βρίσκεται δίπλα στὶς ἐκβολὲς ἑνὸς χειμάρρου, σὲ γραφικὸ μικρὸ ὄρμο τῆς ἀνατολικῆς πλευρᾶς τοῦ Ἄθω στὴ βορειοανατολικὴ πλευρὰ τῆς Ἀθωνικῆς χερσονήσου.  Ἱδρύθηκε ἀρχικὰ τὸν 8ο αἰώνα ὡς Μονὴ τοῦ Κλήμεντος. Ὡς  Μονὴ Ἰβήρων, κτίστηκε στὸ τέλος τοῦ 10ου αἰώνα ἀπὸ τοὺς Ἰβηρεῖς Μοναχοὺς Ἰωάννη καὶ Εὐθύμιο, στὴν θέση ὅπου παλαιότερα ὑπῆρχε ἡ Μονὴ τοῦ Κλήμεντος. Κατὰ μία ἄλλη ἐκδοχὴ ἡ Μονὴ ἱδρύθηκε τὸ τελευταῖο τέταρτο τοῦ 10ου αἰώνα ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Τορνίκιο, αὐλικὸ τοῦ ἡγεμόνα τῆς Ἰβηρίας, Δαβίδ.


Ὁ Ἰωάννης Τορνίκιος, κάτοχος μεγάλης περιουσίας, ἀπαρνήθηκε τὰ τερπνὰ  τοῦ  παρόντος βίου, ἔγινε μοναχὸς ἀρχικὰ στὴ Μακεδονία, κατόπιν στὸν Ὄλυμπο καὶ  τελικὰ στὴν περιοχὴ τῆς Λαύρας (975), πλησίον  τοῦ  Ἁγίου Ἀθανασίου  τοῦ  Ἀθωνίτη. Ἐξαιτίας στάσεως  τοῦ  στρατηγοῦ Βάρδα Σκληροῦ ἐναντίον τῶν διαδόχων  τοῦ  Bυζαντινοῦ θρόνου Βασιλείου Β´ (976-1025) καὶ Κωνσταντίνου Η´, ἐκλήθη σὲ βοήθεια ἀπὸ τὸν Βασίλειο Β´. Ὁ μοναχὸς Ἰωάννης Τορνίκιος ἔσπευσε σὲ βοήθεια καὶ  κατετρόπωσε τὸν στασιαστή. Μετὰ τὴν ὁλοκλήρωση τῆς ἀποστολῆς  του  ἐπέστρεψε στὸ Ὄρος. Χάρη στὴν προσωπικὴ περιουσία  του  καὶ   τὶς πλουσιοπάροχες δωρεὲς  τοῦ  αὐτοκράτορος καὶ  τοῦ  βασιλιὰ τῆς Ἰβηρίας Δαβίδ, ἀνήγειρε τὸ σημερινὸ μεγαλόπρεπο Μοναστήρι, στὸ σημεῖο παλαιότερα βρισκόταν ἡ Λαύρα  τοῦ  Ἁγίου Κλήμεντος.


Διαβαίνοντας τὴν πύλη ὁ ἐπισκέπτης βρίσκεται στὴν εὐρύχωρη αὐλή, στὸ κέντρο τῆς ὁποίας δεσπόζει τὸ Καθολικό, δεξιὰ τὸ νέο σκευοφυλάκιο, ἀριστερὰ τὸ παρεκκλήσιο τῆς Παναγίας τῆς Πορταϊτίσσης μὲ τὴν θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας. Oἱ τοιχογραφίες  τοῦ  νάρθηκα εἶναι  τοῦ  1774 καὶ   ἀπεικονίζουν σοφοὺς καὶ  βασιλεῖς τῆς ἀρχαιότητος. Ἐπίσης στὴν αὐλὴ εἶναι καὶ   τὸ παρεκκλήσι  τοῦ  Tιμίου Προδρόμου, κτισμένο πάνω στὸ παλιὸ Καθολικὸ τῆς Μονῆς  τοῦ  Κλήμεντος. Ἡ σημερινὴ μορφὴ  του  χρονολογεῖται τὸ 1710.


Στὰ ὑπόλοιπα 12 παρεκκλήσια ὑπάρχουν μόνον φορητὲς εἰκόνες. Στὸ τετραώροφο τετράπλευρο οἰκοδόμημα ὑπάρχουν τὰ κελλιά, κοντὰ στὸν πύργο τὸ ἀρχονταρίκι καὶ  πάνω ἀπὸ τὴν πύλη οἱ χώροι διοικήσεως τῆς Μονῆς. Μετὰ τὸ 1010 ἔλαβε τὴ σημερινή της ὀνομασία πρὸς τιμὴν τῶν κτητόρων της. Κατὰ τὸ 10ο καὶ   11ο  αἰώνα προσαρτήθηκαν σ᾽ αὐτὴν πολλὰ μονύδρια, ὅπως  τοῦ  Kολοβοῦ,  τοῦ  Προφήτου  Ἠλιοῦ,  τοῦ  Σισίκου καὶ ἄλλες.


Τὸ 1259 καταστράφηκε πολλὲς φορὲς ἀπὸ πειρατές, κυρίως ἀπὸ Φράγκους. Κατὰ τὸ δέκατο πέμπτο  αἰώνα ἡ Μονὴ Ἰβήρων βρέθηκε σὲ πλῆρες οἰκονομικὸ ἀδιέξοδο. Ἀνέκαμψε στὴν συνέχεια μετὰ ἀπὸ ἐνισχύσεις Γεωργιανῶν καὶ   Ρουμάνων ἡγεμόνων, ἀλλὰ καὶ Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν περνώντας νέα περίοδο ἀκμῆς. Μεγάλο μέρος τῆς Μονῆς, στὰ χρόνια ποὺ ἐπακολούθησαν, καταστράφηκε ἀπὸ πυρκαγιές.


Κατέχει τὴν τρίτη θέση στὴν ἱεραρχία τῶν Μονῶν  τοῦ  Ἁγίου Ὄρους, κατοικεῖται ἀπὸ 61 μοναχοὺς (1990) καὶ   ἀκολουθεῖ τὸ κοινοβιακὸ σύστημα διαβιώσεως. Στὴ Μονὴ Ἰβήρων ὑπάγεται καὶ ἡ σκήτη  τοῦ  Ἁγίου Ἰωάννου  τοῦ  Βαπτιστοῦ. Σὰν μοναστηριακὸ συγκρότημα εἶναι μεγάλο καὶ   ἐπιβλητικό. Ἡ  εἴσοδος τῆς Μονῆς Ἰβήρων μὲ τὸ διαβατικό, εἶναι στὴ βορεινὴ πλευρά. Στὸ ἀνατολικὸ τμῆμα τῆς αὐλῆς εἶναι τὸ Kαθολικό.



Δεν υπάρχουν σχόλια: