21 Απρ 2018

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ

Ἀγάπησαν τὸν Κύριο
Αποτέλεσμα εικόνας για ΜΥΡΟΦΌΡΕΣ
Εὐαγγέλιον Κυριακῆς τῶν Μυροφόρων,  (Μάρκ. ιε΄ 43 – ιϛ΄ 8)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθὼν ᾿Ιωσὴφ ὁ ἀπὸ ᾿Αρι­­μα­θαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν ­βασι­λείαν τοῦ Θεοῦ, τολ­μήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ­ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ ­προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ ­κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ ᾿Ιωσήφ. καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ ­μνημείου. ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ᾿Ιωσῆ ἐθεώρουν ποῦ ­τίθεται. Καὶ διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ ᾿Ιακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ­ἀλείψωσιν αὐ­τόν. καὶ λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχον­ται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. ὁ δὲ λέγει αὐταῖς μὴ ἐκθαμβεῖ­σθε ᾿Ιησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. ἀλλ᾿ ὑπάγετε ­εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημεί­ου εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον ἐφοβοῦντο γάρ.

.
«Λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον»
Τὴ σημερινὴ Κυριακή, Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων, πλημμυρίζει τοὺς Ναούς μας μιὰ θαυμάσια εὐωδία. Δὲν εἶναι μόνο ἡ ὁλάνθιστη ἄνοιξη ποὺ μεθάει τὸν ἀέρα. Δὲν εἶναι οὔτε τὰ μύρα, τὰ φυσικὰ ἀρώματα τῶν Μυροφόρων γυναικῶν. Περισσότερο ἀπὸ ὅλα εἶναι τὸ ἄρωμα τῶν ψυχῶν τους, ἡ ἀρετή τους. Εἶναι ἡ ἀγάπη τους πρὸς τὸν νεκρὸ Διδάσκαλο. Ἀγάπη μοναδική, ποὺ θὰ διαλαλοῦν οἱ αἰῶνες… Ἂς δοῦμε πολὺ σύντομα πῶς οἱ ἅγιες ἐκεῖνες Μυ­ροφόρες ἐκδήλωσαν τὴν ἀγάπη τους πρὸς τὸν Κύριο καὶ πῶς θὰ κατορ­θώσουμε κι ἐμεῖς νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε.
.
1. Πῶς ἐκδήλωσαν τὴν ἀγάπη τους οἱ ἅγιες Μυροφόρες
Ὁ ἅγιος Νικόδημος εἶχε ἀγοράσει μύρα γιὰ τὴν κηδεία τοῦ Κυρίου. Ἀλλὰ γιὰ τὶς ἅγιες Μυροφόρες γυναῖκες δὲν ἦταν αὐτὸ ἀρκετό. Θέλησαν νὰ περιποιηθοῦν ἀκόμη περισσότερο τὸ ἐνταφιασμένο πλέον Σῶμα τοῦ λατρευτοῦ Διδασκάλου. Γι᾿ αὐτὸ πῆγαν καὶ ἀγόρασαν κι ἐκεῖνες μύρα, τὰ ὁποῖα ἦταν πολὺ ἀκριβά. Ἀπὸ τὴν ἀγάπη τους δηλαδὴ πρὸς τὸν Κύριο δὲν λυπήθηκαν τὰ χρήματα. Τοῦ προσ­έφεραν ὅ,τι καλύτερο μποροῦσαν νὰ προμηθευθοῦν· Τὸν ἐτίμησαν χωρὶς νὰ περιμένουν καμία ἀνταπόδοση – δὲν θυμοῦνταν τὸν λόγο τοῦ Κυρίου ὅτι θὰ ἀνασταινόταν. Ἡ ἀγάπη τους δὲν ἦταν τόσο φωτισμένη μὲ τὴν πίστη, ἦταν ὅ­μως εἰλικρινής, ἀνιδιοτελής!
Οὔτε περίμεναν νὰ ξημερώσει. Ὁ πόθος τους νὰ φροντίσουν τὸ νεκρὸ Σῶμα ἔδιωξε τὸν ὕπνο καὶ τὴν κούραση, ποὺ ἀσφαλῶς ἦταν πολὺ μεγάλη λόγῳ τῶν δραματικῶν γεγονότων ποὺ εἶχαν ζήσει ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες.
Ἔτσι, πῆγαν στὸ Μνῆμα ἀξημέρωτα: «λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων». Ἐκδήλωσαν τὴν ἀγάπη τους μὲ μιὰ πολὺ τολμηρὴ πράξη. Στὴν πραγματικότητα ἔβαλαν σὲ κίνδυνο τὴν ἴδια τὴ ζωή τους. Διότι κινήθηκαν μόνες τους, ἀδύναμες γυναῖκες, στὴν πόλη ποὺ μόλις προχθὲς ἀντηχοῦσε ἀπὸ τὰ ἄγρια «σταυρωθήτω»· κινήθηκαν μέσα στὴ νύχτα, ἐκτεθειμένες σὲ κακοποιοὺς ποὺ δροῦν τέτοιες ὧρες. Ἐπιπλέον πῆγαν, ἂν καὶ γνώριζαν ὅτι τὴν εἴσοδο τοῦ Μνήματος σκέπαζε μεγάλη πέτρα, τὴν ὁποία ἐκεῖνες δὲν θὰ μποροῦσαν μόνες τους νὰ μετακινήσουν. Πόσο δυνατὴ ἦταν ἡ ἀγάπη τους, ἡ ἀφοσίωσή τους πρὸς τὸν Κύριο, ὥστε νὰ τὰ ἀψηφήσουν ὅλα αὐτά!
.
2. Πῶς θὰ κατορθώσουμε νὰ ἀγαπήσουμε κι ἐμεῖς τὸν Κύριο
Πῶς θὰ ἀνάψει καὶ στὴ δική μας καρδιὰ ἡ ζωογόνα φλόγα τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Κύριο; Θὰ τὸ κατορθώσουμε, ἂν μιμηθοῦμε τὸ παράδειγμά τους.
Δὲν συναντοῦμε αὐτὲς τὶς μορφὲς γιὰ πρώτη φορὰ μέσα στὴν Καινὴ Διαθήκη, τὴ νύχτα τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἀναφέρει (βλ. Λουκ. η´ 1-3) ὅτι κατὰ τὶς περιοδεῖες τοῦ Κυρίου Τὸν ἀκολουθοῦσαν ὄχι μόνο οἱ δώδεκα Μαθητές Του ἀλλὰ καὶ κάποιες γυναῖκες τὶς ὁποῖες ὁ Κύριος εἶχε θεραπεύσει ἀπὸ ἀσθένειες, ἢ τὶς εἶχε ἐλευθερώσει ἀπὸ δαιμόνια ποὺ τὶς ταλαιπωροῦσαν, ὅπως ἡ ἁγία Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ Κύριος εἶχε βγάλει ἑπτὰ δαιμόνια. Αὐτὲς οἱ γυναῖκες λοιπόν, βαθιὰ εὐγνώμονες πρὸς τὸν Κύριο, «διη­κόνουν αὐτῷ ἀπὸ τῶν ὑπαρχόντων αὐταῖς». Εἰσέφεραν ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά τους γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ Κυρίου καὶ τῶν Μαθητῶν Του.
Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστικὸ τῶν Μυροφόρων γυναικῶν: ἡ βαθιὰ εὐγνωμοσύνη. Ἂν θέλουμε νὰ ἀγαπήσουμε τὸν Κύριο, πρέπει νὰ ἐκτιμοῦμε τὶς ἀναρίθμητες εὐεργεσίες Του. Καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ ἐκφράζουμε τὴν εὐγνωμοσύνη μας· πῶς; Νὰ Τὸν δοξάζουμε καὶ νὰ Τὸν εὐχαριστοῦμε· ἀκόμη, νὰ ἀγωνιζόμαστε νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά Του. Τὸ εἶπε καὶ ὁ Κύριος: «Ἐὰν ἀγαπᾶτέ με, τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσατε» (Ἰω. ιδ´ [14] 15). Διότι ἔτσι κυρίως δείχνουμε τὴν ἀ­γάπη μας σ᾿ Ἐκεῖνον, ὅταν ἐφαρμόζουμε τὶς ἐντολές Του.
Ὅμως ὅσο πιὸ πολὺ τὶς ἐφαρμόζουμε, τόσο περισσότερο καθαριζό­μαστε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἁγιαζόμαστε, γνωρίζουμε τὸν Θεό· καὶ τόσο πιὸ πολὺ Τὸν ἀγαποῦμε! Ἑπομένως θὰ ἀγαπήσουμε τὸν Κύριο καλλιεργώντας τὴν εὐγνωμοσύνη καὶ ἀσκώντας τὴν τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν. Ἂς τὰ ζητοῦμε αὐτὰ μὲ θερμὴ προσευχή.
***
Ἡ ἐποχή μας μοιάζει πολὺ μ᾿ ἐκείνη τὴ σκοτεινὴ νύχτα κατὰ τὴν ὁποία κίνησαν οἱ ἅγιες Μυροφόρες γιὰ τὸ Μνῆμα. Καὶ σήμερα ἁπλώνεται σκοτάδι πολλῆς ἁμαρτίας, ἀκόμη καὶ στὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα μας: Αὐξάνεται τὸ μίσος ἐναν­τίον τοῦ Χριστοῦ. Διώκεται ἡ πίστη μας ὅλο καὶ πιὸ φανερά. Δὲν ξέρουμε αὔριο τί μᾶς περιμένει. Ἴσως κληθοῦμε νὰ δώσουμε καὶ τὴ ζωή μας. Ἀλίμονο ἂν δὲν ἀντέξουμε καὶ ἀρνηθοῦμε τὸν Κύριό μας! Εἶναι ἀνάγκη νὰ συνδεθοῦμε στενότερα μαζί Του· νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε ὁλοκάρδια. Καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ νικήσουμε τὸν κόσμο, θὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ γίνουμε, ὅπως οἱ Μυροφόρες, κήρυκες τῆς Ἀναστάσεως στὴ νεκρωμένη κοινωνία μας.
Εὔχρηστοι διάκονοι στὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας
Αποτέλεσμα εικόνας για ΜΥΡΟΦΌΡΕΣ

Ἀπόστολος Κυριακῆς τῶν Μυροφόρων,  (Πράξ. ς΄ 1-7)
Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις πληθυνόντων τῶν μαθητῶν ἐγένετο γογγυσμὸς τῶν ῾Ελληνιστῶν πρὸς τοὺς ῾Εβραίους, ὅτι παρεθεωροῦντο ἐν τῇ διακονίᾳ τῇ καθημερινῇ αἱ χῆραι αὐτῶν. προσκαλεσάμενοι δὲ οἱ δώδεκα τὸ πλῆ-θος τῶν μαθητῶν εἶπον· οὐκ ἀρεστόν ἐστιν ἡμᾶς καταλείψαντας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ διακονεῖν τραπέζαις. ἐπισκέψασθε οὖν, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτά, πλήρεις Πνεύματος ῾Αγίου καὶ σοφίας, οὓς κατα-στήσομεν ἐπὶ τῆς χρείας ταύτης· ἡμεῖς δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ διακονίᾳ τοῦ λόγου προσκαρτερήσομεν. καὶ ἤρεσεν ὁ λόγος ἐνώπιον παντὸς τοῦ πλήθους·­ καὶ ἐξελέξαντο Στέφανον, ἄνδρα πλήρη πίστεως καὶ Πνεύματος Ἁγίου, καὶ Φίλιππον καὶ Πρόχορον καὶ Νικάνορα καὶ Τίμωνα καὶ Παρμενᾶν καὶ Νικόλαον προσήλυτον Ἀντιοχέα, οὓς ἔστησαν ἐνώπιον τῶν ἀποστόλων, καὶ προσ­ευξάμενοι ἐπέθηκαν αὐτοῖς τὰς χεῖρας. καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ηὔξανε, καὶ ἐπληθύνετο ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν ἐν ῾Ιερουσαλὴμ σφόδρα, πολύς τε ὄχλος τῶν ἱερέων ὑπήκουον τῇ πίστει.
.
«Ἐπισκέψασθε, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτά, πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου καὶ σοφίας»
Τὸ σημερινὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ἀ­­­­­πὸ τὶς «Πράξεις τῶν Ἀποστόλων» μᾶς μετα­­­φέρει στὴν ἱερὴ καὶ ἐνθουσιώδη ἀτμόσφαιρα τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων καὶ μᾶς περιγράφει ἕνα πράγματι ἀξιοσημείωτο περιστατικό: τὴν ἐκλογὴ τῶν ἑπτὰ διακόνων. Ὅταν δηλαδὴ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι διαπίστωσαν ὅτι λόγῳ τοῦ αὐξανόμενου ἀριθμοῦ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ διακονοῦν στὸ ἔργο τῆς λατρείας καὶ τοῦ κηρύγματος καὶ παράλληλα νὰ φροντίζουν γιὰ τὴν καθημερινὴ σίτιση τῶν χριστιανῶν στὰ κοινὰ γεύματα ἢ δεῖπνα, ποὺ συνήθιζαν τότε νὰ προσφέρουν, ἀποφάσισαν νὰ συγκαλέσουν ὅλους τοὺς πιστοὺς τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων καὶ νὰ ἐκλέξουν ἑπτὰ κατάλληλους ἄνδρες, γιὰ νὰ τοὺς ἀναθέσουν τὸ ὑπεύθυνο αὐτὸ ἔργο.
Ἡ ἐνέργεια αὐτὴ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων μᾶς δίνει τὴν ἀφορμὴ νὰ δοῦμε κι ἐμεῖς γιατί εἶναι ἀναγκαῖο νὰ βοηθοῦμε στὰ ἔρ­γα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ποιοὶ εἶναι κατάλλη­λοι γιὰ νὰ διακονοῦν στὰ ἔργα ­αὐτά.

.
1. Ἐνεργὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας
Βασικὴ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως διαβάζουμε καὶ στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή, εἶναι ἡ προσευχὴ καὶ ἡ διακονία τοῦ λόγου. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴ θεία Λα­­­τρεία καὶ τὸ κήρυγμα, διακονίες ἱερὲς οἱ ὁποῖες ἀνατίθενται ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους σὲ ἀνθρώπους μὲ εἰδικὴ κλήση ἀπὸ τὸν Θεό, κληρικοὺς ἢ καὶ λαϊκοὺς θεολόγους, στὴν κάθε ἐνορία ὑπάρχουν καὶ πολλὲς ἄλ­­­λες μορφὲς διακονίας. Τὸ φιλόπτωχο μὲ ὅ­­­­λες τὶς δραστηριότητές του, οἱ κατηχητικὲς συνάξεις γιὰ μικροὺς καὶ μεγάλους, οἱ ἐκδηλώσεις τοῦ πνευματικοῦ κέντρου κλπ. Ἐπίσης ὑπάρχουν καὶ πρακτικὲς ἀνάγκες, ὅ­­­πως π.χ. ἡ τάξη καὶ ἡ εὐπρέπεια μέσα στὸν ἱερὸ Ναό, ἡ συντήρηση καὶ ἡ μέριμνα γιὰ τὴν καλὴ λειτουργία του, καὶ τόσα ἄλλα…
Εὔκολα γίνεται ἀντιληπτὸ ὅτι οἱ ἱερεῖς δὲν εἶναι σωστὸ νὰ ἀναλάβουν μόνοι τους ὅλα αὐτά, διότι τελικὰ αὐτὸ θὰ ἀποβεῖ εἰς ­βάρος τοῦ πνευματικοῦ τους ἔργου. Αὐτὸν ἀ­κρι­βῶς τὸν κίνδυνο εἶδαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστο­­λοι καὶ δήλωσαν: «Οὐκ ἀρεστόν ἐστιν ἡμᾶς κα­­ταλείψαντας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ ­διακονεῖν τραπέζαις», δηλαδὴ δὲν μᾶς φαίνεται σω­στὸ νὰ ἀφήσουμε τὸ κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ὑπηρετοῦμε σὲ τραπέζια φαγητοῦ. Συνεπῶς τὸ πολύπτυχο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ ποικίλες ἀνάγκες ποὺ δημιουργοῦνται σ’ αὐτὸ ἀποτελοῦν ἕνα βασικὸ λόγο καὶ γιὰ τὴ δική μας δραστηριοποίηση.
Ὑπάρχει ὅμως κι ἕνας δεύτερος βαθύτερος λόγος, γιὰ νὰ βοηθοῦμε στὰ ἔργα τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι αὐτὸ ἀκριβῶς ποὺ γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι «οἱ πολλοὶ ἓν σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῷ, ὁ δὲ καθ’ εἷς ἀλλήλων μέλη»· δηλαδή, οἱ πολλοὶ πιστοὶ στὴν Ἐκκλησία εἴμαστε ἕνα σῶμα ἐξαιτίας τῆς ἑνώσεώς μας μὲ τὸν Χριστό, καὶ ὁ καθένας μας εἴμαστε μέλη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου. Συν­επῶς ὀφείλουμε νὰ συνεργαζόμαστε καὶ νὰ ὑπηρετεῖ ὁ καθένας μὲ τὰ χαρίσματά του ὅλο τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας (Ρωμ. ιβ΄ 5).
Ἄραγε ὅμως εἴμαστε κατάλληλοι γιὰ συν­εργάτες στὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας;
.
2. «Πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου»
Γιὰ νὰ λάβουμε ἀπάντηση στὸ ­ἐρώτημά μας, ἂς δοῦμε ποιὰ κριτήρια ἔθεσαν οἱ ἅ­­­γιοι Ἀπόστολοι γιὰ τὴν ἐκλογὴ τῶν ἑπτὰ διακόνων. Πρῶτον, ζήτησαν ἀπὸ τοὺς πιστοὺς νὰ ἐκλέξουν «ἄνδρας μαρτυρουμένους ἑπτά», ποὺ σημαίνει ὅτι οἱ ἑπτὰ διάκονοι, ποὺ θὰ ἐκλέγονταν, ἔπρεπε νὰ ἦσαν ἀποδεκτοὶ καὶ ἀγαπητοὶ ἀπὸ τοὺς πιστούς, νὰ εἶχαν δηλαδὴ τὴν «ἔξωθεν καλὴν μαρτυρίαν». Τέτοιοι πρέπει νὰ εἶναι ὅλοι, ὅσοι βοηθοῦν στὰ ἔργα τῆς Ἐκκλησίας. Ἄνθρωποι πιστοὶ καὶ εὐσεβεῖς, μὲ ἀκέραιο χαρακτήρα καὶ ὑποδειγματικὸ ἦθος, ὥστε νὰ μὴ σκανδαλίζουν τοὺς πιστοὺς μὲ τὴ ζωή τους, ἀλλὰ μᾶλλον νὰ τοὺς οἰκοδομοῦν καὶ νὰ τοὺς στηρίζουν (πρβλ. Α΄ Τιμ. γ΄ 7-10).
Δεύτερον, οἱ ἑπτὰ διάκονοι ποὺ ­ἐξέλεξαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔπρεπε νὰ ἦσαν «πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου καὶ σοφίας», δηλαδὴ γεμάτοι ἀπὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ σύνεση. Πράγματι. Καθένας ποὺ ἔχει ὑπεύθυνη θέση μέσα στὴν Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ ἐνεργεῖ μὲ σύνεση καὶ διάκριση, ὥστε νὰ μὴν ἀδικεῖ καὶ νὰ μὴν προσβάλλει τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ μὴν προκαλοῦνται παράπονα καὶ παρεξηγήσεις. Κυρίως ὅμως ὀφείλει νὰ καλλιεργεῖ τὴν ψυχή του μὲ τὴν ἄσκηση, τὴν προσευχὴ καὶ τὴ μυστηριακὴ ζωὴ ἔτσι, ὥστε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ πλημμυρίζει ὅλη τὴν ὕπαρξή του καὶ Αὐτὸ νὰ τὸν φωτίζει καὶ νὰ τὸν καθοδηγεῖ σὲ κάθε ἔργο του.
❁ ❁ ❁
Κάνει ἐντύπωση τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ἅγιοι Ἀ­­πόστολοι ἀκόμη καὶ γιὰ ἔργα ποὺ θεωροῦν­ται τεχνικῆς φύσεως, ὅπως π.χ. ἡ διανομὴ φαγητοῦ, ζήτησαν νὰ ἐκλεγοῦν ­ἄνθρωποι μὲ εἰ­­δικὲς προϋποθέσεις καὶ ἐξαίρετα πνευ­ματι­κὰ προσόντα, «πλήρεις Πνεύματος Ἁ­­γίου καὶ σο­φίας». Ἂς προσευχόμαστε θερμά, ὥστε ὁ ἅ­­­­γιος Θεὸς νὰ ἀναδεικνύει πάντοτε τέτοιους ἀν­­θρώπους, γιὰ νὰ ὑπηρετοῦν τὸ ἔργο τῆς Ἐκ­­κλη­σίας. Καὶ ἂς φιλοτιμούμαστε ὅσοι ὑπηρετοῦμε σὲ κάποιο ἀ­­­­­πὸ αὐτὰ τὰ ἔργα νὰ δείχνουμε προθυμία στὸ ἔργο αὐτό, μὲ συναίσθηση τῆς ­ἱερότητός του καὶ μὲ σύνεση καὶ πλούσιο τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
ΠΗΓΗ: Ο ΣΩΤΗΡ

Δεν υπάρχουν σχόλια: