15 Ιαν 2024

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: Αργά περπατά ο Χριστός, αγαπητά αδέλφια. Προσέχει πού θα σταθεί το Άγιο πόδι Του…


(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Επισκόπου Αχρίδος
Αργά βαδίζει ο Χριστός
Για όσους προσμένουν με ανυπομονησία τη Βασιλεία του Χριστού

 

«Λέγει αυτώ Σίμων Πέτρος: Κύριε, πού υπάγεις; απεκρίθη αυτώ ο Ιησούς: όπου εγώ υπάγω, ου δύνασαί μοι νυν ακολουθήσαι. Ύστερον δε ακολουθήσεις μοι». (Ιωάννης 13, 36).

 

Αργά περπατά ο Χριστός, αγαπητά αδέλφια. Προσέχει πού θα σταθεί το Άγιο πόδι Του, γιατί δεν θέλει να σταθεί στο αίμα. Επιλέγει στενά σοκάκια στη γη, στενόχωρα, γιατί δεν μπορεί να περπατά στην πλατιά ιδιοκτησία της αμαρτίας. Ξεγλιστρά ανάμεσα στους ληστές, διαγκωνιζόμενος διαρκώς, γιατί πρέπει να περάσει μπροστά.

Έρχεται, φερ’ ειπείν, ο Χριστός σε μας σαν φιλοξενούμενος και μας ρωτά: «Δείξτε μου δρόμο χωρίς αίμα, χωρίς αμαρτία και χωρίς ληστές!» Ποια απάντηση θα μπορούσαμε να Του δώσουμε; Πού θα βρίσκαμε δρόμο άξιο του βαδίσματος Του; Εάν κόχλαζε όλο το ξεραμένο αίμα από τη γη, η γη θα παρουσίαζε έναν ωκεανό αίματος. Εάν άναβε φωτιά σε κάθε μέρος ατιμασμένο από την αμαρτία, η γη θα είχε μεταμορφωθεί σε μία φλεγόμενη κόλαση. Εάν είχαν αναστηθεί όλοι οι νεκροί ληστές και παρέλαυναν στη γη μαζί με τους ζωντανούς, η γη θα ήταν ένα αδιάβατο δάσος ανθρώπινων σωμάτων.

Δεν θα μπορούσαμε να Του πούμε: «Πήγαινε, Κύριε, στις πόλεις». Γιατί οι πόλεις σημαίνουν άθροισμα και εγγύτητα. Κι αυτά τα δύο προκαλούν και δυναμώνουν την αμαρτία.

Δεν θα μπορούσαμε να Του πούμε: «Πήγαινε, Κύριε, στα χωριά». Διότι δεν υπάρχει χωριό που να μη μοιάζει με τη χώρα των Γαδαρηνών, καταφύγιο κακών πνευμάτων. (Λουκά 8, 26-39).

Δεν θα μπορούσαμε να Του πούμε: «Πήγαινε, Κύριε, στο δάσος». Γιατί το δάσος είναι παλιός σύμμαχος των ληστών και των αμαρτωλών. Στο δάσος ο Κάιν σκότωσε τον Άβελ.

Δεν θα μπορούσαμε να Του πούμε: «Πήγαινε, Κύριε, στη θάλασσα». Η θάλασσα είναι τάφος των πειρατών, των τυχοδιωκτών και της πολεμικής δόξας.

Δεν θα μπορούσαμε να Του πούμε: «Πήγαινε, Κύριε, στον αέρα». Και από τον αέρα ο άνθρωπος διέπραξε εγκλήματα επάνω στα αδέλφια του.

Εμείς, οι απλοί θνητοί, βαδίζουμε χωρίς φόβο και επιφύλαξη στα βήματα των σκυλιών, των τίγρεων, των υαινών και των καμηλών. Όμως, ποιος από μας θα τολμούσε να προτείνει στο Χριστό: «Πήγαινε, Υιέ του Θεού, με τα βήματα που πηγαίνουμε εμείς»; Κανείς. Μόνο ένα θα μπορούσαμε να του πούμε όλοι εμείς: «Μην έρχεσαι, Κύριε, μέχρι να κτίσουμε δρόμο για Σένα»!

Εμείς, οι απλοί θνητοί, μπορούμε να ξαποστάσουμε σε κάθε σπίτι. Όμως, ποιος από μας θα ήξερε να δώσει στο Χριστό την απάντηση στο ερώτημα: «Πού είναι το σπίτι όπου εγώ θα μπορούσα να ξαποστάσω;».

Εγώ, εσύ και κάποιος τρίτος θα του δίναμε τρεις διαφορετικές απαντήσεις.

Εγώ θα του έλεγα: «Εσύ είσαι βασιλιάς. Κύριε, πήγαινε στα παλάτια»! όμως, θα είχα κάνει λάθος. Λίγες φορές έγιναν τα παλάτια χώρα των Γαδαρηνών, καταφύγιο των κακών πνευμάτων; Μπορεί ο Χριστός να φιλοξενηθεί στον Ηρώδη και στον Νέρωνα;

Εσύ θα του έλεγες: «Πήγαινε στους ναούς, Κύριε, εσύ είσαι ο αρχιερέας». Όμως θα είχες κάνει λάθος. Πώς θα μπορούσε να ξαποστάσει ο Χριστός στο ναό τον περικυκλωμένο από τα οστά των νεκρών και λερωμένο από ακάθαρτες προσευχές και ανόητες επιθυμίες;

Κάποιος τρίτος θα του έλεγε: «Εσύ, Κύριε, είσαι φίλος των φτωχών, πήγαινε στο σπίτι των ψαράδων, όπως πήγες στον Πέτρο και τον Ανδρέα». Όμως, ποιος βεβαιώνει ότι οι ψαράδες θα του προσφέρουν ψάρι και όχι φίδι; ή αλλιώς θα του έλεγε: «Πήγαινε, Κύριε, στο σπίτι των πλουσίων, όπως του Ζακχαίου και του Νικόδημου». Όμως, ποιος ξέρει εάν στα γεμάτα χλιδή και αμαρτία σπίτια θα βρεθεί αέρας για τον Χριστό; Ποιος ξέρει εάν στα σπίτια τα γεμάτα γλυκά θα βρεθεί κάποιο ψίχουλο για τον Χριστό;

Και έτσι θα κάνουμε λάθος και εγώ και εσύ και αυτός. Όπου κι αν πατούσε ο Χριστός, το βάδισμά του θα ζωντάνευε όλη την ιστορία του τόπου εξαρχής. Εάν εγώ τον έμπαζα στο παλάτι και έβλεπα όλα εκείνα που ζωντανεύουν μπροστά στο βλέμμα Του, εγώ θα είχα ντραπεί. Θα είχες ντραπεί και εσύ με τον Χριστό στο ναό, θα είχε ντραπεί και ο τρίτος με τον Χριστό ανάμεσα στους φτωχούς.

Όμως, και εγώ και εσύ και ο τρίτος, εάν βλέπαμε γύρω μας καλά, θα μπορούσαμε να δώσουμε μία απάντηση στον Χριστό: «Απομακρύνσου από μας, Κύριε, αφού δεν έχουμε κτίσει ακόμα σπίτι αντάξιό Σου».

Δεν θα είχαμε βασανιστεί λιγότερο για να απαντήσουμε στο ερώτημα του Χριστού: «Σε ποιους καιρούς να έρθω σε εσάς;». Διότι ποια εποχή υπήρξε χωρίς αίμα, χωρίς αμαρτία, χωρίς ληστές; Και ο ίδιος ο καιρός όπου ο Χριστός εμφανίστηκε στη γη δεν ήταν ο καιρός του Χριστού, αλλά ο καιρός του εγκλήματος και του Γολγοθά. Ένα μόνο θα μπορούσαμε να απαντήσουμε στον Χριστό: «Μην έρχεσαι. Κύριε, αφού δεν είναι ακόμα ο καιρός για τον ερχομό Σου».

Και έτσι, εάν αναγγελλόταν ο ερχομός του Χριστού, δεν θα ξέραμε ούτε τον δρόμο να Του δείξουμε ούτε να Του προσφέρουμε σπίτι να μείνει ούτε να προσδιορίσουμε τον χρόνο. Θα ήμασταν αμήχανοι και ντροπιασμένοι, όπως οι πολίτες μιας μικρής κωμόπολης που έρχονται σε αμηχανία και ντροπή στην αναγγελία του ερχομού του άρχοντα στον τόπο τους.

Μέχρι τότε ξέγνοιαστοι και ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους οι επαρχιώτες επαίρονται με την κωμόπολή τους και υπερηφανεύονται για τα κάλλη της και τον πλούτο της. Όμως, στην είδηση του ερχομού του άρχοντα, μόλις τότε ανοίγουν τα μάτια τους. Και βλέπουν εκείνο που έως τότε δεν έβλεπαν, και αισθάνονται εκείνο που έως τότε δεν αισθάνονταν.

Μόλις τότε βλέπουν τη μιζέρια του τόπου τους, βλέπουν τα άβαφα σπίτια, τους κατεστραμμένους δρόμους, τις βρόμικες αυλές, τον χονδροκομμένο τσιφλικά, τους αδέξιους υπηρέτες, τις γελοίες, άκομψες επαρχιώτισσες κυρίες, τα ξυπόλυτα παιδιά, και όλα τα άλλα που μπορεί να δείχνουν την τέλεια μιζέρια ενός τόπου. Και βαθύ αίσθημα ντροπής πιάνει τότε τους κακόμοιρους νοικοκύρηδες. Και πρόθυμα θα μήνυαν στον άρχοντα να μην έρθει, εάν αυτό θα μπορούσε να τον αποτρέψει από την επίσκεψη.

Μια τέτοια όμοια περίπτωση συμβαίνει με τον Χριστό και εμάς. Όσο ακόμα δεν αναγγέλλεται η άφιξη του Χριστού, εμείς περήφανα σκεπτόμαστε: Ας έρθει ανά πάσα στιγμή· έχουμε καθαρούς δρόμους, στους οποίους θα τον οδηγήσουμε, και καθαρά σπίτια όπου θα μείνει. Έχουμε πιο ωραίους δρόμους από αυτούς που είχαν τα Ιεροσόλυμα και πιο ωραία σπίτια από αυτά της Τύρου και της Σιδώνας. Ίσως ο Χριστός να είχε ξαφνιαστεί με την κατασκευή των δρόμων μας και την πολυτέλεια των σπιτιών μας. Ας έρθει Εκείνος και οι δώδεκα Απόστολοί Του δεν θα ντραπούμε. Ας έρθει και Εκείνος και ο Θεός Πατέρας και το Άγιο Πνεύμα, εμείς δεν θα ντραπούμε.

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς «Αργά Βαδίζει ο Χριστός» των εκδόσεων Εν πλω. Μετάφραση από τα σερβικά Σβέτλανα Πέτσιν, Ηλίας Σαραγούδας, Νεφέλη Σαραγούδα-Πέτσιν, θεολογική επιμέλεια Αλέξιος Π. Παναγόπουλος, καθηγητής εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και doctor ant Πανεπιστημίου Σερβικού Σαράγιεβο.

https://www.pemptousia.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: